Τρίτη 30 Σεπτεμβρίου 2014

[...]" μια ζυγαριά ανάμεσα στους νεκρούς και στους ζωντανούς"...

(σχόλια στον "Εποχιακό διανομέα" και ...μια παραίνεση για τον συγγραφέα του)



                                                                                      του ΙΣΙΔΩΡΟΥ ΖΟΥΡΓΟΥ*




     
             Φίλες και φίλοι καλησπέρα,
     

      Πολλές φορές τα τελευταία χρόνια έχω ακούσει τον συγγραφέα Θανάση Τριαρίδη, που είναι απόψε ανάμεσά μας, όταν τύχαινε να παρουσιάζει το έργο κάποιου φίλου να ξεκινάει ως εξής: Είμαι φίλος του και γι’ αυτό μη με πιστεύετε, σας το δηλώνω προκαταβολικά πως είναι φίλος μου γι’ αυτό μη πιστεύετε λέξη από ό,τι θα ακούσετε.

       Απόψε θα αναφερθώ στον «εποχιακό διανομέα» με λίγες λέξεις  αλλά σας καλώ εξαρχής να με πιστέψετε, και παρότι ο Τσίγκας είναι αδελφικός μου φίλος, μπορώ να ορκιστώ ότι θα πω την αλήθεια και μόνο την αλήθεια.


    Διαβάζοντας τον «εποχιακό διανομέα» γκρίνιαξα από μέσα μου και είπα: Μόλις αυτός ο άνθρωπος γράψει μερικά δεκαεξασέλιδα τρέχει και τα κάνει αμέσως βιβλίο. Έτσι είναι ο συγγραφέας για τον οποίο μιλάμε σήμερα, παρορμητικός ως παιδί, ως νηπιάζων ενηλικιαζόμενος, φοβικός στην ίδια του την έμπνευση, στο ίδιο του το ταλέντο που είναι καλλίγραμμο άτι, αυτό που το μαζεύει απ’ τα λιβάδια με το πρώτο σούρουπο και βιάζεται να το μαντρώσει σε μια έκδοση ενώ αυτό ως καθαρόαιμο έχει μόλις αρχίσει να ξεμουδιάζει και φρουμάζει αδημονώντας να διασχίσει κάμπους. Αυτό σκέφτηκα όταν πρωτοδιάβασα το βιβλίο.

     Στον «εποχιακό διανομέα» πάντως, για να φτάσουμε και στο δια ταύτα, βρήκα κάτι απ’ αυτά που περίμενα χρόνια να διαβάσω, απ’ αυτά που θα ήθελα και εγώ ο ίδιος να ’χα γράψει. 


Πρώτα απ’ όλα σελίδες ζατελικού ποιητικού λόγου με τη μυρωδιά της μακεδονικής γης. Ένιωσα πολλές φορές πως οι πεθαμένοι ήρωες του Βογατσικού, αυτοί οι καθημερινοί χωριανοί της παιδικής του ηλικίας, συναντιούνται με τους ξωμάχους του Σοχού της Ζυράνας Ζατέλη και πίνουν κρασί μπρούσκο στο εντευκτήριο του κάτω κόσμου.

         Βρήκα ακόμη τα υγρά υπόγεια των ποιητών που μετρούν τους σφυγμούς του χρόνου με τα βήματα των περαστικών μπροστά απ’ τα καγκελωτά τους παράθυρα. Αντί για ρολόγια και δευτερόλεπτα μετρούν τον χρόνο με παπούτσια, αντρικά και γυναικεία, που καλπάζουν στα πεζοδρόμια, παπούτσια ξεκάλτσωτα, μπότες, πέδιλα …Του λείπει πολύ ο Καρούζος του Νώντα αν και δεν πρόλαβε να του σφίξει το χέρι. 

        Σ’ αυτό το μικρό βιβλίο βρήκα εντέλει μια ζυγαριά ανάμεσα στους νεκρούς και στους ζωντανούς, έναν ζυγό που ισορροπεί με τον έναν δίσκο γεμάτο ψυχές αποβιωσάντων και με τον άλλο ξέχειλο πέταλα ανθέων από τον Επιτάφιο.

     Στον εποχιακό διανομέα υπάρχουν όμως και οι ζωντανοί, όπως οι νεομετανάστες που γεμίζουν μουσική τους έρημους σταθμούς, τη δικιά μας μουσική, γιατί ο Βιβάλντι είναι όλης της Ευρώπης, τα παιδιά μας που ξενιτεύονται αυτά τα χρόνια είναι παιδιά της Ευρώπης. Υπάρχουν επίσης στη συλλογή οι εξαμηνίτες συμβασιούχοι των ταχυδρομείων, αμήχανοι και δυσπροσάρμοστοι στα μηχανικά μοτίβα της ζωής, διανομείς ίδιοι πελαργοί που ανά πάσα ώρα και στιγμή είναι έτοιμοι να ανοίξουν τα φτερά τους και να πετάξουν.

    Μιας και λέμε όμως για πουλιά υπάρχουν και οι κυνηγοί, στο διήγημα «Κελαηδούν οι τρυποφράχτες;» Είναι από εκείνους τους παλιούς που τώρα άλλαξαν, που τώρα νομίζω πως έχουν γεράσει πια, αλλά τα παιδιά τους που τα ανάθρεψαν με τον φόνο και το αίμα άλλαξαν τώρα θηράματα, παράτησαν τα δάση και κυνηγούν το βράδυ στις συνοικίες Ασιάτες κι άστεγους, έτσι νομίζω. Ίσως γιατί οι φονιάδες δεν πεθαίνουν ποτέ, τα όπλα τους μόνο αλλάζουν και τα λημέρια.

    Στον διανομέα υπάρχουν και τα φτωχά Χριστούγεννα ή αλλιώς τα Χριστούγεννα των φτωχών, αν το θέλετε έτσι, γραμμένα με αναγνωστικές μνήμες του Ντίκενς, μια σπουδή στο μπλε, στο κολλάρισμα των τετραδίων τη δεκαετία του εξήντα, στη σημαία, στον ουρανό, σπονδή στο μπλε της μνήμης του, ένα αποτέλεσμα μαγευτικό.
      Νώντα Τσίγκα, παρεμπιπτόντως στον Μπόμπυ Ντικ, ο Χέρμαν Μέλβιλ, μόνο για το λευκό χρώμα, αν θυμάμαι καλά, αφιερώνει πάνω από είκοσι σελίδες.

    Εν κατακλείδι ο «εποχιακός διανομέας» είναι ένα υπέροχο βιβλίο σε μια καλαίσθητη έκδοση, πιστέψτε με, και νομίζω είναι περισσότερο η σύντομη εκδοχή ενός συγγραφικού σύμπαντος που μένει ακόμη ατελές αλλά ασφυκτιά εν τη γενέσει του.

        Νώντα, με όλη μου την αγάπη σε εξορκίζω! Άφησε επιτέλους το άλογό σου να τρέξει!




*Το κείμενο διάβασε ο συγγραφέας στη συνάθροιση που έγινε στο σπίτι του Σίμου και της Λένας Οφλίδη στο Νέο Πανώρι την Τετάρτη 10 Σεπτεμβρίου 2014.

Η φωτογραφία έχει τραβηχτεί από τον Φίλιππο Στεφ. Δραγούμη στα 1926 στο Βογατσικό ("Παζάρι", "προύχοντες"). Ανήκει στο Αρχείο της Γενναδείου Βιβλιοθήκης. 





Πέμπτη 25 Σεπτεμβρίου 2014

ΤΑ ΧΩΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΑ ΝΕΡΑ*


                           
Νώντας Τσίγκας, Εποχιακός διανομέας
Πανοπτικόν, Θεσσαλονίκη 2013



                                                      ΟΛΓΑ ΣΤΑΥΡΙΔΟΥ, Λίμνη τις εστίν: 1978, τέμπερα σε χαρτί 55Χ45 εκ.


   Έβγαλα την πρώτη Δημοτικού στα Βασιλικά της Θεσσαλονίκης. Εκεί έφαγα πρώτη και τελευταία φορά ποταμίσια ψάρια τηγανισμένα με αυγά. Προτού πάω σχολείο, στη Μονή της Αγίας Αναστασίας της Φαρμακολύτριας είδα από κοντά όχιές και σκορπιούς κι από μακριά λύκους. Τα τελευταία χρόνια έχω ταξιδέψει πέντε ή έξι φορές στη συμπρωτεύουσα, από το αυτοκίνητο στη αίθουσα και από εκεί πάλι στο αυτοκίνητο.

    Φαίνεται όμως πως αυτή η ελάχιστη -και κυρίως παιδική- γνώση είναι αρκετή για να νιώθω πως η γραφή των Βορειοελλαδιτών, ακόμη κι όταν δεν μιλούν για τον τόπο τους, περπατάει αλλιώς. Στα εννιά έρρυθμα διηγήματα της μικρής συλλογής του Θεσσαλονικιού γιατρού Νώντα Τσίγκα αυτό το περπάτημα βλέπω και ακούω, είτε ο  λόγος είναι για  τον εν υπογείω Νίκο Καρούζο, είτε απαριθμούνται τα δύστυχα πουλιά -καρδερίνες, σπίνοι, κορυδαλλοί, παπαδίτσες, τσιτσιδόνια, πετροχελίδονα, σπούργοι, κοτσύφια, συκοφάγοι, αλκυόνες, αηδόνια, σουσουράδες, κούκοι, τσαλαπετεινοί, δρυοκολάπτες, κοκκινολαίμηδες, τρυποφράχτες- «όλα τους σκοτωμένα και μέσα στα αίματα» από αρματωμένους νταήδες της Αθήνας για χάρη ταριχευτών της πρωτεύουσας.

    Στα χώματα και τα νερά του Νώντα Τσίγκα πέφτει χιόνι και μια ήπια σκοτεινιά, πράγματα που καθόλου δε μ’ εμποδίζουν να διαβάζω τα διηγήματά του περιδιαβάζοντας συνάμα στη ζωγραφική της Όλγας Σταυρίδου και του Ν.Γ. Πεντζίκη που έλαβα λίγο αργότερα. Χαρμολύπη.



                                                                          Ν.Δ. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΛΟΠΟΥΛΟΣ



                                Ν.Γ. ΠΕΝΤΖΙΚΗ,   Γλάρος, ψάρι, δίθυρο και αερόφοβη απλυσιά (1971, τέμπερα σε 
                                                           χαρτόνι 29Χ35 εκ) , Συλλογή Σόλης Μαίρης Αμαρίλιο, Αθήνα.





*Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό 
ΝΕΟ ΠΛΑΝΟΔΙΟΝ 2 , Καλοκαίρι 2014.




 

Δευτέρα 22 Σεπτεμβρίου 2014

Ένα parking ποδηλάτων στην Κοπεγχάγη...

 

...ίσον χίλιες λέξεις!



                                                                                        φωτ. Ν.Τσίγκας



 "Ο φθόνος είναι συντετριμμένος θαυμασμός".
                                            Σαίρεν Κίρκεγκωρ 


Παρασκευή 19 Σεπτεμβρίου 2014. Μπροστά από την είσοδο του Κοινοβουλίου της Δανίας αυτό το πάρκινγκ ποδηλάτων.
Τα ποδήλατα φυσικά ανήκουν στους βουλευτές της μικρής χώρας με τον πληθυσμό των 5.5 εκατομμυρίων κατοίκων. Ο μέσος όρος ηλικίας των κατόχων των ποδηλάτων αυτών είναι τα 38 έτη. Πηγαίνουν ποδηλατούντες καθημερινά στη Βουλή και φυσικά δίχως τη συνοδεία σωματοφύλακα. Οι μηνιαίες αποδοχές ενός βουλευτή στη Δανία μόλις αγγίζουν τα 6.000 Ευρώ [σε μια χώρα με παροιμιώδες κόστος ζωής].
Σκέφτομαι πότε άραγε -σε 20; σε 30 χρόνια;- θα μπορούσαμε να αντικρίσουμε μια παρόμοια εικόνα στο ελληνικό κοινοβούλιο; Μάλλον ποτέ...

Θα αρκεστούμε όμως να επιτιμητικά να σταθούμε και χολερικά να ψελλίσουμε "Ποιοί; Aυτοί που εξακολουθούν να διατηρούν τη βασιλεία"... (ναι! περιέργως κι αυτοί, κι  οι Νορβηγοί, κι οι  Σουηδοί κλπ κοινωνίες που βρίσκονται πενήντα χρόνια μπροστά μας -"κοινωνικώς, πολιτικώς, οικονομικώς"- διατηρούν αυτόν τον "αναχρονιστικό θεσμό"! Αλλά γιατί άραγε;)  Ή πάλι "Ποιοί; Aυτοί που μας κάθησαν στο σβέρκο και τους Γλύξμπουργκ" ...
Ή "οι καϋμένοι οι Δανοί με την εξηνταβελόνικη δημοκρατία τους. Που το ένα τρίτο τους παίρνει μόνιμα αντικαταθλιπτικά το μισό χρόνο, που περιμένουν δυό μήνες μέχρι να τους δει ειδικός γιατρός με το δημόσιο σύστημα υγείας που διαθέτουν, που υποχρεωτικά πληρώνουν από τη τσέπη τους τα πρώτα εκατό Ευρώ της ετήσιας φαρμακευτικής τους δαπάνης, που κατά κανόνα δεν διαθέτουν δεύτερο σπίτι,τί να μας πούνε κι αυτοί;"
Tέτοια τσιτάρωντας -"για τους καϋμένους!"- θα κορδωνόμαστε εμείς οι θλιβεροί και χουβαρντάδες!

ΥΓ. Και βέβαια να μην το ξεχάσω: Οι εξηνταβελόνηδες ετούτοι, εδώ και πολλές δεκαετίες θερμαίνουν την πόλη τους από τα ...σκουπίδια. Τα στέλνουν σ' ένα εργοστάσιο σ' ένα μικρό νησί απέναντι από την πόλη μ' ένα εκπληκτικό υπόγειο δίκτυο από ιμάντες-κυλιόμενες πλατφόρμες. Από την επεξεργασία τους παράγεται ηλεκτρική και θερμική ενέργεια, προϊόντα ανακύκλωσης καθώς και βιομάζα για τις καλλιέργειες. Πουθενά φυσικά στην πόλη δεν αντιμετωπίζεις κάδους απορριμάτων ή διερχόμενο οδωδός και τυμπανιαίο αποριμματοφόρο συλλογής σκουπιδιών. Και καθώς οι Δανοί δεν έχουν πολλά πάρε δώσε με την ....ηλιοφάνεια στην πατρίδα τους, πόντισαν στη θάλασσα τεράστιες ανεμογεννήτριες, που τους παρέχουν ηλεκτρική ενέργεια, πιό ψηλές φυσικά από τους προτεσταντικούς καθεδρικούς ναούς της πόλης. Και δεν εξεγέρθηκε γι' αυτό ο "περήφανος και αγανακτισμένος λαός" πως τα κατασκευάσματα αυτά του χαλάνε τάχα το τοπίο και τη αισθητική της Κοπεγχάγης. Τώρα μάλιστα  τελευταία τους έπιασε και μια "άλλη μούρλα": Δεν ανάβουν φώτα τη νύχτα σε δημόσιους χώρους, σε πλατείες και δεν φωταγωγούν δημόσια κτίρια ή μνημεία για λόγους οικονομίας στην ενέργεια. Για του λόγου το αληθές η νυχτερινή αυτή φωτογραφία [προσέξτε τις σκοτεινές σιλουέτες των καθεδρικών].
Αναρωτιέμαι: Πού να είχαν κι όλας χρεοκοπήσει οι Δανοί -σαν μερικούς μερικούς...- τί θα συνέβαινε!


                                                                                                        φωτ. Ν. Τσίγκας

Καλώς σας βρήκα!


Τρίτη 16 Σεπτεμβρίου 2014

Αρχαιοκάπηλος ...συνταξιούχος ΟΓΑ!

 

"82χρονος αρχαιοκάπηλος: Στην Αμφίπολη έσκαβαν όλοι. Άνοιξα κι εγώ πολλούς τάφους"

 

 

 Πιό ..."άδειος" δεν γίνεται. Διαλύθηκε με μιας η αισιοδοξία μας στον τρίτο θάλαμο. Μπήκαν άραγε από πάνω με τα διάσημα "σουβλιά" τους; Μπήκαν από τις ..."γεωμετρικά" ανοιγμένες οπές στα προτειχίσματα; Πάντως φαίνεται πως κάποτε "μπήκαν"...

Τι κρίμα όμως! Ο τάφος αυτός ήταν μια κάποια λύσις. Μέσα σ' αυτή τη μέγγενη της απαισιοδοξίας μας. Αναρωτιέται ο Νίκος Δήμου σε άρθρο του στο Protagon "πώς θα υποδεχτούμε τα ευρήματα".  

Αμφιβολίες Αμφιπολίτου. Σφιγξ η απάντησις. Πώς υποδέχεται κανείς το ...άδειο;

Πάνω από 40 Μακεδονικοί τάφοι έχουν ανασκαφεί στην περιοχή -πριν τους αρχαιολόγους-, ήδη μεγάλες ιδιωτικές συλλογές σ' όλο τον κόσμο  και μουσεία (βλ. Μουσείο Πωλ Γκεττύ) διαθέτουν αποδείξεις των επιτευγμάτων της ιδιωτείας των ντόπιων και της ανοχής μιας διεφθαρμένης πολιτείας.

 

Unknown , Greek, 300 - 100 B.C.  Gold 7 11/16 - 9/16 x 25 3/8 in.  92.AM.89

 

Όμως ο λαϊκός τύπος ο φωτογραφημένος πριν από χρόνια με το χρυσό στεφάνι στην κεφάλα του (διαφήμιζε το ...."προϊόν" στην πλατεία!)  υποδέχθηκε  με  τ ι μ έ ς  (σε δολλάρια ή γρόσια) στις τσέπες τις ανασκαφές και τα μυστικά τους. Το έργο αυτουνού και των ομοίων του Αμφιπολιτών -αρχαιοκαπήλων αποκαλύπτουν τη διττή σημασία του να είσαι "Έλλην με τη βούλα"στα χαρτιά και κόπανος του κερατά στον καθημέραν βίο. 

Μ' άδεια λοιπόν χέρια κι αστεφάνωτα κεφάλια θα υποδεχτούμε τον νεκρό του άδειου -φοβάμαι- τάφου. 

Θα πάμε με τα καθημερινά μας! Την καμπούρα του Καραγκιόζη, την πείνα μας, το μακρύ μας χέρι, τα τρύπια μας ρούχα.
Οι πολιτικοί φυσικά με τη φρουρά τους και τα παχιά λογια.
Οι ντόπιοι της Αμφίπολης φυσικά ως ...Aμφι...ΠΟΛΙΤΑΙ  (ή μήπως Αμφι...ΠΩΛΕΙΤΑI;)



Κυριακή 14 Σεπτεμβρίου 2014

"Ο μαύρος κοψολαίμης" [του ISIS]






[...] Το μόνο που ζήτησε από τον πατέρα του ήταν να σφάξει ο ίδιος τα πρόβατα το πρωί της επομένης και αμέσως πήρε το δρόμο για το βουνό των γαλαζομάτηδων. Πέρασε τρεις μαχαλάδες, ώσπου, την ώρα που έγερνε ο ήλιος, έφτασε στο μαχαλά όπου έμενε ο γερο-Μουμίν, ο ξακουστός σιδεράς με τα μαγικά χέρια, που λέγανε πως μπορούσε να φτιάξει σίδερο πιο μαλακό από το φύλλο της λεύκας... Στον γέροντα μίλησε ξεκάθαρα: «Θέλω ένα μαχαίρι που να τελειώνει τα πρόβατα με τον πιο γλυκό τρόπο», του είπε. O γέρος γαλαζομάτης άργησε να του απαντήσει: «Ποτέ δεν μου έχουν ζητήσει κάτι τέτοιο. Θα προσπαθήσω να σου φτιάξω αυτό που ζητάς, μα δεν μπορώ να σου υποσχεθώ τίποτε…»

Αμέσως ο γέροντας κλείστηκε στην καλύβα του και ο Πέτρος κάθισε σ’ έναν κορμό και τον περίμενε όλη τη νύχτα. Λίγο πριν από το ξημέρωμα, ο γερο-Μουμίν άνοιξε την πόρτα του κρατώντας στα χέρια ένα τυλιγμένο μαύρο πανί. Τα γαλάζια μάτια του έλαμπαν αλλόκοτα μες στο σκοτάδι: «Πάρε το τρυφερό μαχαίρι που μου ζήτησες... Σου λέω όμως τούτο: όλο το βράδυ το εργαστήρι μου βρομούσε θειάφι, που πάει να πει πως ο διάβολος ήταν δίπλα μου όταν το έφτιαχνα... Κι έχε το νου σου να μη βραχεί η λεπίδα του από κόκκινο κρασί, γιατί το ατσάλι που έβαλα για να το φτιάξω αγριεύει με το κρασί και δίνει τον θάνατο με τους πιο φριχτούς πόνους του κόσμου...» 

Εφτά ώρες αργότερα ο Πέτρος έσφαξε τα πρόβατά του με το τρυφερό μαχαίρι που του έφτιαξε ο ξακουστός γαλαζομάτης σιδεράς. Όταν άνοιξε το πανί και ζύγισε στη χούφτα του το μαχαίρι, ζεστό ακόμη από το τρίψιμο της λεπίδας με φεγγαρόπετρα, ένιωσε πως ήταν φυσική συνέχεια του χεριού του, σα να γεννήθηκε κρατώντας το. Στη θαμπή λεπίδα του νόμισε πως είδε μια σκιά που του έγνεφε. Όταν την έμπηξε στο λαιμό του πρώτου ζωντανού, το πρόβατο παρέμεινε στην αγκαλιά του απολύτως ήρεμο, γαλήνιο, σα να ’ταν ο θάνατος απαλό αγέρι... Το ίδιο και με το δεύτερο πρόβατο, και με το τρίτο, και με όλα τα επόμενα... Μόλις τέλειωσε, έμεινε για αρκετή ώρα σιωπηλός κι έπειτα κλείστηκε μέσα σ’ έναν αχυρώνα, ενώ ο πατέρας του φόρτωνε τα σφαγμένα πρόβατα για να τα πάει στους στρατιώτες[...]


Θανάσης Τριαρίδης, Το τρυφερό μαχαίρι του Πέτρο Μπόλε (απόσπασμα)

 

Σάββατο 13 Σεπτεμβρίου 2014

αποχαιρετώντας το καλοκαίρι


Πλατεία Αριστοτέλους - Συναυλία της Κ.Ο.Θ. της 12.9.14  

 ( Χορηγοί EYAΘ & ΤΑR )

 

 



Πίσω από το λιτό δελτίο τύπου ["Η συναυλία πραγματοποιείται υπό τη διεύθυνση του μαέστρου και Καλλιτεχνικού Διευθυντή της Κ.Ο.Θ. Γεώργιου Βράνου, με τη συμμετοχή των ερμηνευτών Αγγελικής Καθαρίου και  Δημήτρη Πακσόγλου και με τους σολίστες Κώστα Ράπτη στο μπαντονεόν και Έλενα Παπανδρέου στην κιθάρα. Στη συναυλία συμμετείχε η Παιδική Χορωδία Ι. Ν. Κυρίλλου και Μεθοδίου σε διδασκαλία της Μαρίας – Έμμας Μελιγκοπούλου"] που διαβάσαμε τις προηγούμενες μέρες,  όσοι βρεθήκαμε εκεί ψες βράδυ ...διαγνώσαμε την αλλαγή κλίματος που πνέει πια στην πόλη.

Ναι! Ξεφύγαμε οριστικά μάλλον απο τα λαμέ και τα κιτς στρας, απο τις σκυλέ-πριμαντόνες, τους ουρανοκατέβατους ποπ ήρωες και τις φρικτά λαϊκίστικες γιορτές των πεπτοκότων "Ψωμ-Παπ" και προκατόχων. 


Χτες λοιπόν όχι μόνο γι' αυτό:




...ή και γι' αυτό:




...ένιωσα πως κατοικώ σε μια ευρωπαϊκή πόλη κι όχι σε κάποιο βαρετό ξενυχτάδικο-ελληνάδικο! Kι ήταν ίσως η μοναδική φορά -την λεω την αμαρτία μου- που είδα Δήμαρχο να κάθεται να παρακολουθήσει ολόκληρο το πρόγραμμα ή να ξέρει πως να πει δυό λόγια της προκοπής προλογίζοντας την εκδήλωση χωρίς να ξεστομίζει πομφολυγώδεις και ανούσιες λέξεις.

Είθε η ορχήστρα ΜΑΣ στο μέλλον να ανταμειφθεί, με την συμμετοχή του κοινού της πόλης σε όλες της τις εκδηλώσεις, με τον ίδιο όπως ψες βράδυ τρόπο.