Μιχαήλ Μπακούνιν
Η Ιωάννα Πετροπούλου σε παλαιό άρθρο της Από τα εν οίκω στα εν δήμω, (εφημ. «Ελευθεροτυπία» Βιβλιοθήκη, 15.5.2009), σημειώνει: […] Η ιστορικός Ρένα Σταυρίδη - Πατρικίου στην ωραία της μελέτη “Οι φόβοι ενός αιώνα”, όπου και του αφιερώνει ιδιαίτερο κεφάλαιο, διαπιστώνει ότι «τον Ίωνα Δραγούμη οι σύγχρονοί του τον γνώρισαν πρώτιστα μέσα από τα κείμενα που είχε δημοσιεύσει ο ίδιος ενόσω ζούσε. Εκεί λοιπόν», συνεχίζει η Πατρικίου, «ο συγγραφέας παραλείπει να μνημονεύσει δύο πράγματα: Πρώτον, τις ευρωπαϊκές πηγές της έμπνευσης του. Ενώ επίσημα αντιμάχεται τον πολιτισμό της Εσπερίας δεν ομολογεί ότι τα εργαλεία της σκέψης του, η παιδεία του, είναι δυτικής κοπής. Λόγου χάριν δεν αναφέρει ότι ο θεωρητικός του οπλισμός πολλά οφείλει στο έργο του Maurice Barrès […].
Αλλά τον Δραγούμη οι σύγχρονοί του, όπως και οι επίγονοι, τον γνώρισαν βέβαια και από ότι με συνέπεια και αίσθημα ευθύνης δημοσίευσε ο αδελφός του Φίλιππος μετά τον θάνατό του και από ότι αποσπασματικά, σπασμωδικά ή με πρόχειρο και συχνά ευτελή τρόπο, «επιτράπηκε» ή επιλέχθηκε να δημοσιευτεί από άλλους μέχρι σήμερα. Δυστυχώς η στρέβλωση και η αποσιώπηση υπήρξε το ζητούμενο ορισμένων. Τον γνώρισαν οι Έλληνες, παλιοί και σύγχρονοι, και από τα μισοδημοσιευμένα «Ημερολόγιά» του, τις ελάχιστες επιστολές από την πλούσια επιστολογραφία του που είδαν το φως της δημοσιότητας, τα ολιγάριθμα δημοσιευμένα σε συγκεντρωτικές εκδόσεις πολιτικών του άρθρων στον «Νουμά», την «Πολιτική επιθεώρηση» και αλλού. Προξενικά, υπηρεσιακά και «συνωμοτικά» έγγραφα είτε καταστράφηκαν, είτε παρέμειναν εν σιωπή στα «αζήτητα» είτε δημοσιεύθηκαν επιλεκτικά από την «μονταζιέρα» της σκοπιμότητας. Ακόμα και οι «βιογράφοι» του «πιάνονται συχνά αδιάβαστοι»… Όμως, έστω κι αν συνέβη αυτό κάποιος (σύγχρονός του ή κατοπινός Έλληνας) θα έπρεπε να είχε διαβάσει Γιώργο Θεοτοκά, Κλέωνα Παράσχο, Νίκο Καζαντζάκη, και αρκετούς άλλους ακόμα, που έγραψαν για τις επιρροές αυτές…
Η παράγραφος αυτή του Τετραδίου είναι αποκαλυπτική του εύρους της μαθητείας στους, ευρωπαίους κυρίως διανοητές και συγγραφείς, όπου ο Δραγούμης κατέφυγε συχνότατα. Παραλείπει βέβαια εδώ να αναφέρει κι άλλους. Όπως τον Γκομπινώ, τον Σπένσερ… Αλλά δίπλα σ’ αυτούς θα πρέπει να βάλουμε και την εντρύφηση του στους Κροπότκιν και Μπακούνιν που ο Δραγούμης επίσης μελέτησε για να διασκεδάσουμε την έξαψη… της «δικαίας οργής» που θα συνεπάρει ορισμένους.
[...] Μ’ ἀρέσει ἀπό τούς Γάλλους ὁ Montaigne, ὁ Pascal, ὁ La Rochefoucauld (αὐτὸς ὁ τρίτος ὑποθέτω πώς μ’ ἀρέσει γιατί δὲν τὸν ἐδιάβασα ὁλόκληρο), ὁ Barrès. ̶ Αὐτοί εἶνε γιά μελέτη. Καί ὁ Henri Beyle καί ὁ Taine.
Ἀπό τούς Γερμανοὺς θέλω νά διαβάσω περισσότερο Göthe, μ’ ἀρέσει ὁ Nietzsche. Θέλω νά διαβάσω περισσότερο Schopenhauer, Heine.
Θέλω νά διαβάσω καί αὐτόν τόν Ἐβραῖο Πορτογάλλο πού γεννήθηκε στήν Ὀλλανδἱα, τόν Spinoza λέγω. Ἀλλὰ τότε καί ἀπὸ τοὺς Γάλλους θέλω νά διαβάσω καί λίγον Descartes, ἤ ἴσως καί τοὺς δυό αὐτούς νά μὴν τοὺς διαβάσω καθόλου (ἄν καί θά μ’ ἄρεζε νά τούς ἀγόραζα, δηλαδή τά βιβλία τους) παρά νά κυττάζω στό φιλοσοφικό λεξικό πού ἔχω, ἤ στήν ἱστορία τῆς φιλοσοφίας, ποιὲς ἦταν ἡ θεωρίες τους.
Ἀπό τούς Ἀγγλο-Ἀμερικάνους μ’ ἀρέσει ὁ Shakespeare, ὁ Locke, Hume, ὁ Emerson, (ὁ Byron), ὁ Stephenson.
Ἰταλούς δέ διάβασα πολλούς μ’ ἀρέσει ὁ Dante, ὁ Μακιαβέλης. Ἄv διάβαζα ἰταλικά θά μποροῦσα καί ἄλλους νά γνωρίσω, ἴσως. Καί γιά τούς Σλαύους τό ἴδιο. Κάποτε διαβάζω τήν Παλαιά Διαθήκη, τό Κοράνι. Θέλω νά διαβάσω τό Βούδα. Τίποτε ἀπ’ ὅλα αὐτά δέ διάβασα συστηματικά. Ὅλα ἀνάκατα καί μισά, ὅπως μ’ ἀρέσει· γιατί γιά μένα ἡ ἀξία, ἡ χρησιμότητα τῶν βιβλίων εἶνε πολύ ἀμφίβολη. Τά ἔχω γιά προσάναμμα τά βιβλία, γιά κεντρί καί κάποτε γιά βοήθεια τῆς σκέψης μου. Περισσότερο διάβασα Βαrrès καί Nietzsche· δηλαδή μέ περισσότερη ἐπιμονὴ καί πιό συστηµατικά.
Ὁ καθένας ἤ πρέπει, ἂν εἶνε ἄξιος, νά κάνῃ μιά δική του φιλοσοφία ἤ πρέπει νά ἀκολουθῇ καί νά ὑπακούῃ στίς ίδέες τῆς κοινωνίας πού ζῇ. Λοιπόν τά βιβλία εἶνε ἄχρηστα. Ὁ ἄνθρωπος ἢ πρέπει νά κάμῃ μιά δική του πειθαρχία πού νά ὑπακούῃ σ’ αὐτήν ὁ ἴδιος, ἤ πρέπει νά ὑπακούῃ στήν πειθαρχία τῆς κοινωνίας του. Τά βιβλία εἶνε διαλυτικά χάπια, ἐξόν ἄν μπορῇ ὁ ἄνθρωπος νά ξεδιαλύνῃ τά στοιχεῖα τους, καί νά ἀφομοιὁνῃ ὅ,τι μοιάζει νά ταιριάζει στήν ἰδιοσυγκρασία του, καί νά διώχνῃ ὅ,τι δὲν μπορεῖ ν’ἀφομοιώσῃ, δηλαδή ὅ,τι δέν ταιριάζει στήν ἰδιοσυγκρασία του. Πρέπει νά μπορῇ νά καταλαβαίνῃ τί μπορεῖ καί τί δέ μπορεῖ ν’ἀφομοιωθῇ μαζύ του. Εἰδεμή δὲν πρέπει νά διαβάζῃ βιβλία.
Αὐτά ὑπαγορεύει τό ἔμφυτο αἴσθημα τῆς αὐτοσυντηρησίας!
(Διάβασα, μικρότερος, καί πολλά ἄλλα βιβλία, διαβάζω κάποτε καί ἀρχαῖα ἑλληνικά βιβλία, καί παρακολουθῶ τά νεοελληνικά, ἄταχτα κάπως ἀλλά πολύ ἀρκετά, κατά τήν κρίση μου.)
[Ίωνος Δραγούμη, εγγραφή της 2 Μαΐου 1907, Αδημοσίευτα Τετράδια /Γεννάδειος Βιβλιοθήκη ΑΣΚΣΑ]