Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Καρδαμύλη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Καρδαμύλη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 10 Ιουλίου 2022

Ακούγοντας κύματα και τζιτζίκια...

 


Έτσι λοιπόν πέρασαν οι μέρες... Ανάμεσα σε ήσυχους Νορβηγούς τουρίστες κάθε ηλικίας που ντυμένοι τα καλά τους (φίνοι!) σιγοκουβέντιαζαν κατά ζεύγη ή που, σε λίγο μεγαλύτερες συντροφιές σμίγοντας, ύψωναν το ποτήρι τους με το λευκό κρασί. Που κολυμπούσαν μονάχοι πρωί πρωί με την αυγούλα κι άλλοτε  δεν μιλούσαν καθόλου. Κάτι από τη σκοτεινή («εσωτερική») λογοτεχνία και μουσική του Βορρά αιωρούνταν εκεί γύρω… Το κύμα ολημερίς κι ολονυχτίς φλοίσβιζε πέφτοντας στα μαύρα πορώδη βράχια της ακτής. Τα τζιτζίκια ακατάπαυστα στο καθήκον εφημέρευαν-διανυκτέρευαν κι αυτά, ενώ με δριμύτητα οσφρητική εισέβαλαν το θρούμπι, το θυμάρι και η ρίγανη που χώνευαν στη ζέστη κι έστελναν ύμνους αινέσεως στον αιθέρα.

Με ήσυχα φεγγάρια πέρασαν οι μέρες. Κι από κοντά οι σκιές του Πάτρικ Λη Φέρμορ, του Μπρους Τσάτουιν (που ζήτησε η στάχτη του ν’ σκορπιστεί στη ρίζα μιας ελιάς σε μέρος «που διάλεγαν πάντοτε οι Έλληνες για τους Θεούς τους»), των Διόσκουρων Κάστορα και Πολυδεύκη που ο θρύλος τους θέλει θαμμένους εκεί. Και στίχοι της Ιλιάδας για τον εξευμενισμό του Αχιλλέα (και) από Καρδαμυλίους.

«Η πιο πράσινη» Μάνη δεν σε κάνει διόλου να ξεχνάς πως «θέλει δύστυχο χώμα η ελιά» (Νίκος Καρούζος)… Όσο και να το βλέπεις μέρα και νύχτα, να θάλλει ασημίζοντας, το χαμηλό δέντρο ανάμεσα στις πικροδάφνες που περιζώνουν τα περιβόλια και ανεμίζουν παντού το ροζ και το άρωμα τους…

Γη της πικροδάφνης και της ελιάς… Ω, Καρδαμύλη ερωτεύσιμη!!!

 

 

 

 

Σάββατο 26 Ιουλίου 2014

Ένα έρημο σπίτι στην Καρδαμύλη...

...χωρίς τον κυρ- Μιχάλη ( «Πάντυ»)

 

«Η κατοικία, όπως είχε συμφωνηθεί με το δωρητή, αρκετά χρόνια πριν από το θάνατό του, θα χρησιμοποιείται για τη φιλοξενία ερευνητών, ποιητών και πεζογράφων οι οποίοι επισκέπτονται περιοδικά την Ελλάδα για να εργαστούν. Παράλληλα, για ορισμένα χρονικά διαστήματα το Μουσείο Μπενάκη θα έχει τη δυνατότητα ενοικίασης της κατοικίας προκειμένου να εξασφαλίζει τα έξοδα συντήρησης και φιλοξενίας. Το σπίτι διαθέτει μία μεγάλη βιβλιοθήκη με πολλούς τίτλους και ένα σημαντικό αρχείο»

                                                                                      [Το Βήμα]                                                          

                                                                             

Άλλες δυο φορές ακόμα, πριν από αρκετά χρόνια, είχα προσπαθήσει να δω από κοντά το μυθικό για μένα σπίτι. Όλο κάτι συνέβαινε, έπαιρνα λάθος δρόμους κι έπεφτα πάνω σε ιδιοκτησίες και ξενώνες που έκοβαν την πρόσβαση στη θάλασσα. Τα ’χει αυτά η Μάνη.  Την τελευταία φορά όμως κόντεψα να πέσω πάνω στον ιδιοκτήτη του σπιτιού: «Α! ο κυρ-Μιχάλης μόλις πριν λίγο πέρασε από δω!» μου είπε ο κρεοπώλης του στην Καρδαμύλη. «Με τα πόδια φυσικά… Τώρα θα ’χει φτάσει σπίτι του». 

«Ο κυρ- Μιχάλης» (έτσι τον αποκαλούσαν και μ’ αυτό το όνομα τον ήξεραν οι Μανιάτες συντοπίτες του για εξήντα σχεδόν χρόνια κι όσοι τον είχαν συναναστραφεί «στο βουνό») ήταν βέβαια ο Πάτρικ — «Πάντι» — Λη Φέρμορ, ο διάσημος αυτός άνθρωπος με τα χαρακτηριστικά του λόγιου και του ήρωα. Η Καρδαμύλη έγινε ο τόπος του και σπίτι του το έξοχο απόκτημα στην περιοχή  Καλαμίτσι, που κατά την  δεκαετία του ’60 έκτισαν με πέτρα τεχνίτες της περιοχής, που δούλεψαν κάτω από την καθοδήγηση του αρχιτέκτονα Νίκου Χατζημιχάλη. Εκεί έζησαν ως το θάνατό τους ο Πάτρικ και η Τζόαν. Ένα σπίτι κόσμημα, απ’ όπου πέρασαν Έλληνες και ξένοι, άνθρωποι των γραμμάτων και της πνευματικής ελίτ.

Εν συντομία. Ο υμνητής της Μάνης, ο  Εγγλέζος ήρωας του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου που έφτασε από την Ολλανδία στην Κωνσταντινούπολη οδοιπορώντας στα δεκαοκτώ του, που αγωνίστηκε στην Αντίσταση κατά των Γερμανών σε Κρήτη και ηπειρωτική Ελλάδα κι έφερε σε πέρας την σύλληψη στην Κρήτη του γερμανού στρατηγού Χαίνριχ Κράιπε, που διέπλευσε κολυμπώντας, μιμούμενος τον Μπάυρον, στα 69 του χρόνια τον Ελλήσποντο, που «βούτηξε» ως το μεδούλι  στην ουσία της Ελλάδας, κατάλαβε τους σύγχρονους Έλληνες, διάβασε Μυθολογία, άγγιξε τη θρησκεία τους, ταξίδεψε πολύ κι έγραψε πλήθος βιβλίων, μεταξύ των οποίων και τη μνημειώδη του «Μάνη», φεύγοντας στα 96 του χρόνια το 2011 μας άφησε κληρονομιά (στο Μπενάκειο Ίδρυμα) και το σπίτι του.

 
                                                                                                         

Αυτή τη φορά πλησίασα από την παραλία. Έμεινα θαμπωμένος μέσα στο μεσημέρι από την ομορφιά του τοπίου. Σ’ αυτόν τον κολπίσκο θυμάμαι -στον οποίο κατεβαίνει κανείς από μια ιδιωτική πέτρινη σκάλα- κάποτε έβαζαν με την Τζόαν ένα τραπέζι μαζί με δυο καθίσματα μέσα στη θάλασσα κι έχοντας τα πόδια τους μέσα στο νερό έπιναν σε ευλογημένες και γαλήνιες νύχτες με φεγγαράδα το κρασί τους -που τόσο αγάπησε ο Πάτρικ (άλλος αυτός ένας λόγος που με έκανε να τον αγαπώ περισσότερο).




Τώρα στην παραλία έβλεπα ένα μικρό κοπάδι από παρδαλούς ανθρώπους που απολάμβαναν τον ελληνικό ήλιο και τη θάλασσα. Τίποτα βέβηλο αλλά κάπως φτηνό. (Ωστόσο όμως ζωντανό…) 




 
 
 
 
                                                                                   
 

Η σκάλα που προσπαθήσαμε να την ανέβουμε ήταν φραγμένη σε ένα υψηλότερο σημείο της μ’ ένα μικρό κάγκελο δεμένο πρόχειρα με σύρμα.





Πήγαμε από την πάνω μεριά και πλησιάσαμε μέσα από έναν ελαιώνα την είσοδο του σπιτιού. Εικόνα σιωπηλής εγκατάλειψης… Σκεφτόμουν σε ποιά ρίζα ελιάς στο κτήμα του ο Φέρμορ να ’χει άραγε αποθέσει την τεφροδόχο του άτυχου φίλου του -και εξαίρετου συγγραφέα- Μπρους Τσάτουϊν, που συνήθιζε να πετά πάνω από τα κύματα, κάνοντας σέρφινγκ στα ανοικτά του Μεσσηνιακού κόλπου υπό το βλέμμα της Ιωάννας Χατζηνικολή, κι είχε ζητήσει ή στάχτη του ν’ αναπαυτεί σ’ αυτό το κτήμα όταν θα «τέλειωνε» χτυπημένος από το AIDS…

Έφευγα και είχα στο μυαλό μου τις καλές και αγαθές προθέσεις του Μπενάκειου, που απ’ όσο γνωρίζω όμως στα οικονομικά του δεν διατηρεί πια και τόσην ευρωστία, και σκεφτόμουν τι κόπος, τι χρήμα, τι μέριμνα χρειάζεται για να συντηρηθεί αυτό το σπίτι εκεί κάτω...

Και φοβήθηκα πολύ καθώς σκέφτηκα την τύχη κάποιου άλλου, διάσημου και πολύτιμου, σπιτιού στην Αθήνα: της οικίας Αλέξανδρου Ιόλα που συλήθηκε με βάρβαρο τρόπο και καταστράφηκε. 

Και πλέον δεν υπάρχει πια…

     Ο Πάτρικ Λη Φέρμορ [1915-2011] στο σπίτι του στην Καρδαμύλη.  (Το Βήμα)


                                                                                                                                                                        [Φωτογραφίες: Νώντας Τσίγκας, Καλοκαίρι 2014]