Άρα μάλλον δεν το είπε η ιστορικός-πολιτικός μας. Αλλά κι αν το
είπε τι σημασία έχει; Κάποιος μπορεί να θεωρεί την Άλωση της Τριπολιτσάς
φρικτή σφαγή (που ήταν!). Άλλος απελευθερωτική μέθεξη με κάποιο βαθμό υπερβολής,
από το μέρος των μαχητών του Θοδωρή Κολοκοτρώνη, εξαιτίας της ανάγκης για
εκδίκηση που κόχλαζε. Άλλος κανονική πολεμική επιχείρηση με αναμενόμενη έκβαση.
Οι πόλεμοι εξάλλου δεν είναι καρτούν ή ταινία με
τρισδιάστατα σχέδια που μπερδεύονται με αληθινούς ηθοποιούς. Η αγριότητα που
μετατρέπει τον άνθρωπο σε ζώο (αμυνόμενο-επιτιθέμενο-πανικόβλητο-απελπισμένο)
είναι το ζητούμενο σε κάθε πόλεμο. Είτε αυτός γινόταν με σφυριά, τόξα και
ρόπαλα, είτε με μαχαίρια, κανόνια και όπλα, είτε με Υγρόν Πυρ, με αέρια
μουστάρδας, με υδρογονοβόμβες που πέφτουν από το Enola Gay στη Χιροσίμα, είτε
με βόμβες ναπάλμ που φώλιαζαν στα δάση του Βιετνάμ.
Και φυσικά η περίοδος της Τουρκοκρατίας δεν ήταν
μια κατοχή από πεφωτισμένη δυναστεία. Τα κομμένα κεφάλια, οι αγχόνες στα
πλατάνια, οι ανηλεείς βασανισμοί και εξανδραποδισμοί υπήρξαν η κανονική
κατάσταση. Δεν διοικούσαν άγιοι και άγγελοι της αγάπης τις κατακτημένες χώρες.
Η Χίος ας αποτελεί ένα θαυμάσιο δείγμα της Οθωμανικής δεσποτείας. Σε «αγρό του
αίματος» είχε μετατραπεί η κατακτημένη γη που σήμερα ορίζεται σαν Ελλάδα.
Αλλά στο Ζάλογγο… Τί συνέβη τάχα στις 53 γυναίκες
στο Ζάλογγο; (ή και στις 13 όλο κι όλο γυναίκες στον καταρράκτη της
Αράπιτσας στη Νιάουστα για να θυμηθώ μια παρόμοια περίπτωση δυο
δεκαετίες αργότερα). Τι λέει η αναδρομική μας μνήμη που χαρακτηρίζεται σαν
ιστορία; Θα επικαλεστώ το απόσπασμα από το έργο Η Ελληνική Επανάστασις
του Διονυσίου Κοκκίνου. Σ’ ένα πεντάτομο έργο, σχεδόν δυο χιλιάδων σελίδων,
ο ιστορικός αφιερώνει όλο κι όλο επτά (7) σειρές για να περιγράψει την
τελευταία πράξη στη ζωή αυτών των γυναικών στις 18 Δεκεμβρίου του 1803. Αξίζει
να αναφερθεί πως ούτε ο Μπαρτόλντυ, μήτε ο Ληκ, ο Πουκεβίλ και άλλοι, θυσίασαν
περισσότερες γραμμές ή μελάνι για το περιστατικό αυτό:
(…)
Εκεί κατά τη παράδοσιν, έγινεν ο τραγικός χορός των γυναικών, που έδειξαν διατί
ήσαν ικαναί να γεννούν αδάμαστους Σουλιώτας. Δια να μη πέσουν εις τα χέρια των
Τούρκων, έρριψαν πρώτα τα παιδιά των εις τον φοβερόν κρημνόν και έπειτα,
χειροκρατούμεναι όλαι ως εις χορόν, ερρίφθησαν εις το κενόν η μία μετά την
άλλην. Εκατόν πενήντα μόνον από τους οκτακόσιους του σώματος εκείνου διεσώθησαν
δι’ ηρωικής εξόδου.
Με αφορμή τη Ζαλογγολογία, που μας προέκυψε αυτές
τις μέρες, χρήσιμο είναι να ορισθεί τι είναι εθνικός μύθος. Είναι
η παραποίηση της ιστορικής αλήθειας σε βαθμό που να μην έχει πλέον αυτή καμιά
σχέση με την πραγματικότητα ώστε να εξυπηρετηθούν πλείστες όσες σκοπιμότητες
στο μέλλον (εξύψωση του λαϊκού θυμικού, της περί τον εαυτόν ιδέας κλπ ζητήματα
μαζικής ψυχολογίας και χειραγωγήσιμης ομοθυμίας). Συχνά δυστυχώς τέτοιοι
εθνικοί μύθοι ενσωματώθηκαν στην επίσημη ελληνική ιστορία διαστρεβλώνοντας την
αλήθεια και μεγεθύνοντας τη σημασία πολλών γεγονότων. Ο συμβολισμός τέτοιων
αφηγήσεων στάθηκε πολλές φορές ισχυρότερος από αυτή καθ’ εαυτή την σημασία των
ίδιων των γεγονότων στην έκβαση των πραγμάτων. Όμως κάθε λαός χρειάζεται και
τους μύθους. Η λαϊκή μούσα είναι ανεξάντλητη, οι θρύλοι που αυτή υφαίνει έχουν
τη σημασία τους καθώς αποτελούν το νερό που δροσίζει τις ρίζες της ζωής. Αλλά
αυτά δεν είναι ιστορία. Και είναι ασυγχώρητο το μπλέξιμό τους με την Ιστορική
επιστήμη.
Το Ζάλογγο όμως υπήρξε, και οι γυναίκες που
γκρεμίστηκαν στα βράχια αποτελούν μαρτυρία: της μοναξιάς του ανθρώπου απέναντι
στη βία και τη φρίκη του πολέμου. Δεν περιμένω να ’χουν τραγουδήσει ή να ’χουν
χορέψει εκεί πέρα προτού γκρεμιστούν, αλλά καθώς ο ηρωισμός λίγο απέχει από την
απόγνωση και την τρέλα, δεν θα μου προξενούσε κατάπληξη να τις έβλεπα και να
χορεύουν. Διακρίνω πως μέσα στον συνολικό εθνικό μας μύθο οι ηρωικές πράξεις
(ακόμα και των τριακοσίων στις Θερμοπύλες) έχουν σαφή αυτοπυρπολητικό-
αυτοκτονικό χαρακτήρα (ν’ αναφέρω ακόμα το Κούγκι και τον καλόγερο Σαμουήλ, τον
Γαβριήλ στο Αρκάδι και τον γερο-Καψάλη στις ώρες της Εξόδου στο Μεσολόγγι).
Άλλοτε, ενδεδυμένα τον δικό τους μύθο, πιο πρόσφατα
γεγονότα, όπως το κατέβασμα της γερμανικής σημαίας κατά την Κατοχική περίοδο
από την Ακρόπολη από τον ηρωικό Μανώλη Γλέζο (και κάποιον άλλον ακόμα …που
προσπαθώ να θυμηθώ …ίσως με επώνυμο Σάντας) πλειοδοτούν στην παρουσία τους
ακόμα κι από τις μαρτυρικές θυσίες του Ιωάννη Τσιγάντε και της Λέλας
Καραγιάννη. Κάποιοι μύθοι ζουν και βασιλεύουν απείραχτοι κι ακέραιοι και
κάποιοι άλλοι -όχι και τόσο παραμυθητικοί- κατακρημνίζονται στα Ζάλογγα!
Ναι! Το τραγούδι «Έχε γειά καημένε κόσμε» είναι πολύ κατοπινό
και γράφτηκε τον 20ο αιώνα. Οι γυναίκες που έπεσαν ήσαν αρβανίτικης καταγωγής.
Και; Τι αλλάζει από το δράμα που συνέβη;
Έβλεπα κάποτε
στις σχολικές γιορτές της 25ης Μαρτίου τα κορίτσια, που είχαμε αρχίσει να
ψιλο-ερωτευόμαστε τότε, να σέρνουν το «χορό του Ζαλόγγου». Μόνιμο δρώμενο της
γιορτής και αναπόσπαστο κάθε χρόνο. Για να είναι πειστικές και αληθοφανείς
φορούσαν κάτι βαριά ρούχα των προγιαγιάδων τους (με καταγωγή από το …Σούλι, λέω
αλήθεια!) σουρωμένα στον ποδόγυρο και στενεμένα στις πλάτες με καρφίτσες
κι ίσα που μπορούσαν να περπατήσουν. Αφού λοιπόν έκαναν επί σκηνής έναν
βαριεστημένο γύρο θανάτου, έβγαινε για μια στιγμή ο κύκλος του χορού έξω από τη
σκηνή, τα κορίτσια συνέχιζαν κυκλοτερώς στα παρασκήνια κι έμπαιναν πάλι για
τελευταία εμφάνιση επί σκηνής «Στη στεριά δε ζει το ψάαααρι…». Μια μια έπεφταν
ύστερα στο βάραθρο (πάνω από ένα θρανίο για την ακρίβεια) προκαλώντας
εκκωφαντικό θόρυβο και ανασηκώνοντας σκόνη που σου έπνιγε το λαιμό. Την άλλη
μέρα ωραιότατες και δροσερές-δροσερές με τη γαλάζια τους ποδίτσα και το
πριονωτό λευκό περιλαίμιο νάσου τες οι καλές μου ολοζώντανες στο σχολείο
έτοιμες να επαναλάβουν και την επόμενη χρονιά τα κασκαντεριλίκια...
Από τότε το
είχα υποπτευθεί αυτό το Ζάλογγο. Δεν περίμενα την κ. Ρεπούση και τους
δημοσιογράφους να μου το γκρεμίσουν…
7.6.2013