Ο καραγκιοζοπαίχτης Βασίλαρος και ο ζωγράφος Φώτης Ράμμος (1939) - "Ο Κόσμος του Καραγκιόζη, εκδόσεις Ερμής 1997. |
…πήγα, για παράδειγμα, σε μια ραδιοφωνική εκπομπή να μιλήσω με έναν δημοσιογράφο, που όση ώρα κράτησε η συνέντευξη, προσπαθούσε να βγάλει λαγό. Έφτασε μέχρι τον χορό του Ζαλόγγου ο άνθρωπος. Δεν του απάντησα και χρειάστηκε να κάνει μετά μια σχετική κοπτορραπτική για να πετύχει ένα καλό αποτέλεσμα. Και το πέτυχε. Την άλλη ημέρα έπαιζε παντού ότι η Ρεπούση αρνήθηκε το Ζάλογγο
(από συνέντευξη της κ. Μ. Ρεπούση)
Άρα μάλλον δεν το είπε η ιστορικός-πολιτικός μας. Αλλά κι αν το
είπε τι σημασία έχει; Κάποιος μπορεί να θεωρεί την Άλωση της Τριπολιτσάς
φρικτή σφαγή (που ήταν!). Άλλος απελευθερωτική μέθεξη με κάποιο βαθμό υπερβολής,
από το μέρος των μαχητών του Θοδωρή Κολοκοτρώνη, εξαιτίας της ανάγκης για
εκδίκηση που κόχλαζε. Άλλος κανονική πολεμική επιχείρηση με αναμενόμενη έκβαση.
Οι πόλεμοι εξάλλου δεν είναι καρτούν ή ταινία με
τρισδιάστατα σχέδια που μπερδεύονται με αληθινούς ηθοποιούς. Η αγριότητα που
μετατρέπει τον άνθρωπο σε ζώο (αμυνόμενο-επιτιθέμενο-πανικόβλητο-απελπισμένο)
είναι το ζητούμενο σε κάθε πόλεμο. Είτε αυτός γινόταν με σφυριά, τόξα και
ρόπαλα, είτε με μαχαίρια, κανόνια και όπλα, είτε με Υγρόν Πυρ, με αέρια
μουστάρδας, με υδρογονοβόμβες που πέφτουν από το Enola Gay στη Χιροσίμα, είτε
με βόμβες ναπάλμ που φώλιαζαν στα δάση του Βιετνάμ.
Και φυσικά η περίοδος της Τουρκοκρατίας δεν ήταν
μια κατοχή από πεφωτισμένη δυναστεία. Τα κομμένα κεφάλια, οι αγχόνες στα
πλατάνια, οι ανηλεείς βασανισμοί και εξανδραποδισμοί υπήρξαν η κανονική
κατάσταση. Δεν διοικούσαν άγιοι και άγγελοι της αγάπης τις κατακτημένες χώρες.
Η Χίος ας αποτελεί ένα θαυμάσιο δείγμα της Οθωμανικής δεσποτείας. Σε «αγρό του
αίματος» είχε μετατραπεί η κατακτημένη γη που σήμερα ορίζεται σαν Ελλάδα.
Αλλά στο Ζάλογγο… Τί συνέβη τάχα στις 53 γυναίκες
στο Ζάλογγο; (ή και στις 13 όλο κι όλο γυναίκες στον καταρράκτη της
Αράπιτσας στη Νιάουστα για να θυμηθώ μια παρόμοια περίπτωση δυο
δεκαετίες αργότερα). Τι λέει η αναδρομική μας μνήμη που χαρακτηρίζεται σαν
ιστορία; Θα επικαλεστώ το απόσπασμα από το έργο Η Ελληνική Επανάστασις
του Διονυσίου Κοκκίνου. Σ’ ένα πεντάτομο έργο, σχεδόν δυο χιλιάδων σελίδων,
ο ιστορικός αφιερώνει όλο κι όλο επτά (7) σειρές για να περιγράψει την
τελευταία πράξη στη ζωή αυτών των γυναικών στις 18 Δεκεμβρίου του 1803. Αξίζει
να αναφερθεί πως ούτε ο Μπαρτόλντυ, μήτε ο Ληκ, ο Πουκεβίλ και άλλοι, θυσίασαν
περισσότερες γραμμές ή μελάνι για το περιστατικό αυτό:
(…)
Εκεί κατά τη παράδοσιν, έγινεν ο τραγικός χορός των γυναικών, που έδειξαν διατί
ήσαν ικαναί να γεννούν αδάμαστους Σουλιώτας. Δια να μη πέσουν εις τα χέρια των
Τούρκων, έρριψαν πρώτα τα παιδιά των εις τον φοβερόν κρημνόν και έπειτα,
χειροκρατούμεναι όλαι ως εις χορόν, ερρίφθησαν εις το κενόν η μία μετά την
άλλην. Εκατόν πενήντα μόνον από τους οκτακόσιους του σώματος εκείνου διεσώθησαν
δι’ ηρωικής εξόδου.
Με αφορμή τη Ζαλογγολογία, που μας προέκυψε αυτές
τις μέρες, χρήσιμο είναι να ορισθεί τι είναι εθνικός μύθος. Είναι
η παραποίηση της ιστορικής αλήθειας σε βαθμό που να μην έχει πλέον αυτή καμιά
σχέση με την πραγματικότητα ώστε να εξυπηρετηθούν πλείστες όσες σκοπιμότητες
στο μέλλον (εξύψωση του λαϊκού θυμικού, της περί τον εαυτόν ιδέας κλπ ζητήματα
μαζικής ψυχολογίας και χειραγωγήσιμης ομοθυμίας). Συχνά δυστυχώς τέτοιοι
εθνικοί μύθοι ενσωματώθηκαν στην επίσημη ελληνική ιστορία διαστρεβλώνοντας την
αλήθεια και μεγεθύνοντας τη σημασία πολλών γεγονότων. Ο συμβολισμός τέτοιων
αφηγήσεων στάθηκε πολλές φορές ισχυρότερος από αυτή καθ’ εαυτή την σημασία των
ίδιων των γεγονότων στην έκβαση των πραγμάτων. Όμως κάθε λαός χρειάζεται και
τους μύθους. Η λαϊκή μούσα είναι ανεξάντλητη, οι θρύλοι που αυτή υφαίνει έχουν
τη σημασία τους καθώς αποτελούν το νερό που δροσίζει τις ρίζες της ζωής. Αλλά
αυτά δεν είναι ιστορία. Και είναι ασυγχώρητο το μπλέξιμό τους με την Ιστορική
επιστήμη.
Το Ζάλογγο όμως υπήρξε, και οι γυναίκες που
γκρεμίστηκαν στα βράχια αποτελούν μαρτυρία: της μοναξιάς του ανθρώπου απέναντι
στη βία και τη φρίκη του πολέμου. Δεν περιμένω να ’χουν τραγουδήσει ή να ’χουν
χορέψει εκεί πέρα προτού γκρεμιστούν, αλλά καθώς ο ηρωισμός λίγο απέχει από την
απόγνωση και την τρέλα, δεν θα μου προξενούσε κατάπληξη να τις έβλεπα και να
χορεύουν. Διακρίνω πως μέσα στον συνολικό εθνικό μας μύθο οι ηρωικές πράξεις
(ακόμα και των τριακοσίων στις Θερμοπύλες) έχουν σαφή αυτοπυρπολητικό-
αυτοκτονικό χαρακτήρα (ν’ αναφέρω ακόμα το Κούγκι και τον καλόγερο Σαμουήλ, τον
Γαβριήλ στο Αρκάδι και τον γερο-Καψάλη στις ώρες της Εξόδου στο Μεσολόγγι).
Άλλοτε, ενδεδυμένα τον δικό τους μύθο, πιο πρόσφατα
γεγονότα, όπως το κατέβασμα της γερμανικής σημαίας κατά την Κατοχική περίοδο
από την Ακρόπολη από τον ηρωικό Μανώλη Γλέζο (και κάποιον άλλον ακόμα …που
προσπαθώ να θυμηθώ …ίσως με επώνυμο Σάντας) πλειοδοτούν στην παρουσία τους
ακόμα κι από τις μαρτυρικές θυσίες του Ιωάννη Τσιγάντε και της Λέλας
Καραγιάννη. Κάποιοι μύθοι ζουν και βασιλεύουν απείραχτοι κι ακέραιοι και
κάποιοι άλλοι -όχι και τόσο παραμυθητικοί- κατακρημνίζονται στα Ζάλογγα!
Ναι! Το τραγούδι «Έχε γειά καημένε κόσμε» είναι πολύ κατοπινό
και γράφτηκε τον 20ο αιώνα. Οι γυναίκες που έπεσαν ήσαν αρβανίτικης καταγωγής.
Και; Τι αλλάζει από το δράμα που συνέβη;
Από τότε το είχα υποπτευθεί αυτό το Ζάλογγο. Δεν περίμενα την κ. Ρεπούση και τους δημοσιογράφους να μου το γκρεμίσουν…
7.6.2013
Αυτή η κ. Ρεπούση με την ανεκδιήγητο ιστορία της της ΣΤ Δημοτικού, απορώ πως δεν ντρέπεται. Αποχώρησε από τη Βουλή για να μη κρατήσει ενός λεπτού σιγή για τα θύματα που είχαν οι Πόντιοι Έλληνες σε μια σφαγή που χαρακτηρίζεται με όλες τις "προδιαγραφές" και Τουρκικές διαταγές ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑ. Είναι ντροπή για το Ελληνικό κοινοβούλιο η παρουσία της εκεί. Μάλλον έπρεπε να ανήκει σε κόμμα γενιτσάρων αν υπήρχε τέτοιο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣτον καλό στρατιώτη Σβέικ του Γ.Χάσεκ θα βρούμε το πρότυπο του ανθρωπίνου (;) όντος που αντιμετωπίζει τον πόλεμο με το πρέπον αίσθημα ευθύνης. Πουθενά αλλού.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚανείς δε μπορεί να ξέρει εάν είναι βλάκας ή όχι. Το οτι προσαρμόζεται με τόση ευκολία (και ευχαρίστηση) στην ισχύουσα τάξη πραγμάτων δεν είναι γιατί βρίσκει σε αυτήν κάποιο νόημα , αλλά ακριβώς το αντίθετο: Δε βρίσκει κανένα νόημα...μεταμορφώνει τον κόσμο σε ένα καλαμπούρι πλειοδοτώντας σε κονφορμισμό.
Και όσον αφορά την αγαπημένη Φλέρυ Ντ.Νώντα μου, θυμήθηκα τη συναρπαστική συνέντευξή της στον Στάθη Τσαγκαρουσιάνο, στον οποίο μεταξύ άλλων δήλωνε με περίσσιο θάρρος πως ο Διονύσης Σαββόπουλος εκμεταλλεύεται τον κόπο άλλων δημιουργών και τρυγίζει τους καρπούς κόπων νεώτερων ανθρώπων. Αν δει κάποιος την πορεία του θα καταλάβει το μέγεθος της ομολογίας της. Για χάριν παραδείγματος, την τωρινή συνεργασία του: Σταύρος Λάντσιας, Γιώτης Κιουρτσόγλου...λαμπεροί μουσικοί με παγκόσμια εμβέλεια και υψηλότατη μουσική κατάρτιση (Berkley...)σε σχέση με το ''Νιόνιο''.... Αλλά βλέπουμε πως την ιεραρχία την όρισε το κοινό που αφήνει τον πολυλογά να οδηγεί τη μπάντα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΌπως ο Όμηρος έδωσε το προβάδισμα στην Πηνελόπη και όχι στην Καλυψώ.
Οι θυσίες υπάρχουν. Εν όσω υπάρχει και η πεποίθηση ότι η θυσία θα διαφοροποιήσει την πραγματικότητα. Ουσιαστικά, όλα κινούνται στην λογική της ανεπαίσθητης ποσοτικής μεταβολής που θα δώσει την μεγάλη ποιοτική μεταβολή. Απλά, τώρα μου έρχεται η εικόνα κάποιων παιδιών που είχαν γραπωθεί στα κάγκελα μιας πόρτας την ώρα που τα σημάδευε η κάνη ενός τανκ. Αυτά δεν έριξαν καμιά δικτατορία. Απλά περιέσωσαν την δημοκρατική αξιοπρέπεια των Ελλήνων.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαι έδωσαν ένα ατράνταχτο άλλοθι στη ''γενιά του Πολυτεχνείου''(αυτή την επαίσχυντη ανθρωπιδο-ομάδα που εγκατέστησε την πράσινη λοιμική στη συνέχεια στη χώρα) να δικαιολογήσει την επταετή απόλυτη αδράνεια ενάντια στο καθεστώς που προυπήρξε αγαπητέ sapiens
ΑπάντησηΔιαγραφήΜια καθυστερημένη απάντηση Τότε δεν είχα απαντήσει, προφανώς γιατί δεν είδα το σχόλιο. Ωστόσο είχαμε κάνει και κάποιες άλλες συζητήσεις που του απέδειξα ότι η στοχοποίηση της εξέγερσης του πολυτεχνείου ήταν φαρμακερή συνθηματολογία των ακροδεξιών γιατί τους πείραζε η μόνη εικόνα εξέγερσης στην Ελλάδα που πιστοποιούσε την αντίδραση της δημοκρατικής Ελλάδας απέναντι στην δικτατορία. Σκέψου ότι αν δεν είχε υπάρξει το γεγονός του πολυτεχνείου θα μπορούσε σήμερα ο κάθε Κασιδιάρης να λέει ότι οι Έλληνες ήθελαν και αγαπούσαν την χούντα γιατί πέρα απ' όλα αυτό που θα έμενε θα ήταν οι φιέστες στο Παναθηναϊκό στάδιο και τα θεμέλια του Παττακού με τα πλήθη που τους χειροκροτούσαν. Οι φασίστες με πάθος προσπάθησαν να αποδείξουν ότι στην εξέγερση δεν χτυπήθηκε κανείς, δεν σκοτώθηκε κανείς και άλλες τέτοιες "εξυπνάδες". Ευτυχώς υπάρχουν τα αρχεία και οι φωτογραφίες που τους ξεσκεπάζουν και αποδεικνύουν το αληθινό τους πρόσωπο. Ύστερα πότε κυβέρνησε η γενιά του πολυτεχνείου; Μετά την δικτατορία κυβέρνησε ο Κ. Καραμανλής που 1957 αμνήστευσε τους δοσίλογους , τους κουκουλοφόρους και τους μαυραγορίτες γεμίζοντας τον κρατικό μηχανισμό με δαύτους ενώ ταυτόχρονα, ο τότε υπουργός εξωτερικών Αβέρωφ, πληροφορούσε τον Γερμανό πρέσβη ότι στην Ελλάδα δεν ισχύει πλέον καμία δίωξη για τους Γερμανούς εγκληματίες πολέμου (αρχεία του υπουργείου εξωτερικών) Το δε 1959 η ίδια κυβέρνηση με τον ίδιο υπ. εξ. αποδέχονταν το όνομα "Μακεδονία" για τα Σκόπια. Μετά τον Καραμανλή ήρθε ο Α. Παπανδρέου κι αυτός παλαιοκομματικός και λαϊκιστής στο έπακρο και μετά ο Σιμήτης και τράβα κορδέλα. Κάποιοι που συμμετείχαν στην εξέγερση και χρημάτισαν υπουργοί στην κυβέρνηση Παπανδρέου ή Σιμήτη δεν μπορούν να δώσουν την νομιμοποίηση για όλους τους συμμετέχοντες. Αυτό που μπορείς να προσάψεις στην γενιά του πολυτεχνείου είναι ότι δεν εμπιστεύτηκε αρκετά τον εαυτό της για να αναλάβει τις τύχες του τόπου και επέτρεψε στα παλαιοκομματικά μορμολύκεια να γυρίσουν την χώρα στην προ της δικτατορίας κατάσταση. Αυτό όμως που μένει και θα μείνει στην ιστορία είναι ότι η εξέγερση του πολυτεχνείου περιέσωσε την δημοκρατική αξιοπρέπεια των Ελλήνων και έκλεισε τα στόματα των Κασιδιάρηδων...
ΔιαγραφήΓράφει ο Nάσος Βαγενάς σήμερα 9.6.2013 στο ΒΗΜΑ της Κυριακής σε άρθρο με τίτλο αντίπαλοι μύθοι» : (…) «Όταν δηλώνει κανείς, και μάλιστα κατηγορηματικά, ότι ο χορός του Ζαλόγγου είναι ιστορικός μύθος, κάνει το ίδιο ιστοριογραφικό λάθος με εκείνους που το θεωρούν αναμφισβήτητο ιστορικό γεγονός». Και στο «Υστερόγραφο: Η Μαρία Ρεπούση χαρακτηρίζει μύθο όχι μόνο το χορό του Ζαλόγγου αλλά και το ίδιο το Ζάλογγο («Μύθος είναι το Ζάλογγο και ο χορός του» βλ. το άρθρο της «Το 1821» στο The book’s journal, 6-4-2011)».
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ Α. Παπαχελάς , στο άρθρο με τίτλο «Οι ανιστόρητοι» γράφει σήμερα στην Καθημερινή (9.6.13)
(...) «Η Ιστορία είναι πάρα πολύ σοβαρό πράγμα για να παίζεις μαζί της. Έπαιξε μαζί της η κ. Ρεπούση, όταν από προχειρότητα και έλλειψη επαγγελματισμού έγραψε την ανοησία περί «συνωστισμού». Η συγγραφή ενός σχολικού βιβλίου θα έπρεπε να είναι μια «ιερή» υπόθεση και όχι ένα εγχείρημα του τύπου «το ξεπετάμε για να πάρουμε την αμοιβή». Ξανάπαιξε, όμως, με την Ιστορία η κ. Ρεπούση, όταν στην προσπάθειά της να κερδίσει πέντε λεπτά δημοσιότητας άρχισε να φλυαρεί περί «εθνικών μύθων».
«Ο λόγος που θυμώνω με την κ. Ρεπούση και όσους άλλους χαριεντίζονται με την Ιστορία είναι γιατί ωθούν τη χώρα στην επαναβαλκανοποίησή της. Δίνουν τροφή στους τυφλούς εθνικιστές, τους οπαδούς του μίσους και των θεωριών συνωμοσίας. Και αυτό δεν είναι πολύ δύσκολο σε μια στιγμή που η κοινωνία δοκιμάζεται σκληρά και η κοινή γνώμη χάνει την εμπιστοσύνη της στην Ε.Ε.»
Κι ο συγγραφέας Τάκης Θεοδωρόπουλος στην «Καθημερινή» επίσης (9.6.13)γράφει: «Υπάρχει κοινωνία χωρίς συλλογικούς μύθους; Δεν υπάρχει. Τι τύχη έχει μια κοινωνία που γυρίζει την πλάτη της στην ιστορική αλήθεια; Την τύχη μιας κοινωνίας που γυρίζει την πλάτη της στην πραγματικότητα. Μήπως η σύνδεση του συλλογικού μύθου με τη συλλογική πραγματικότητα είναι το έργο της πολιτικής; Και αν η σύνθεση δεν είναι πειστική, μήπως το πρόβλημα εντοπίζεται σε αυτόν που την επιχειρεί;
Δεν αναφέρομαι στον πρωτογονισμό των αντιδράσεων απέναντι στην κυρία Ρεπούση. Αυτές ούτως ή άλλως είναι αναμενόμενες, και φοβάμαι ότι η κυρία Ρεπούση αρέσκεται στο να τις προκαλεί. Οταν δεν έχεις πολιτική πρόταση, η πρόκληση είναι μία κάποια λύση. Αναφέρομαι στην άνεση με την οποία η κυρία Ρεπούση εμφανίζεται να απομυθοποιεί τους συλλογικούς μας μύθους. Παραγνωρίζοντας ότι η ελληνική κοινωνία σήμερα χρειάζεται συνείδηση της πραγματικότητας, αλλά χρειάζεται και συλλογικούς μύθους. Μύθους οι οποίοι τη σταθεροποιούν μες στην κινούμενη άμμο. Κι αν μείνουμε στην απομυθοποίηση, χαρακτηριστικό ενός είδους διανοητικού νεοπλουτισμού, τότε το μόνο που θα καταφέρουμε είναι να την παραδώσουμε στους αναλφάβητους κουμπουροφόρους, οι οποίοι ξέρουν να κολακεύουν το ελάχιστο «ελληνικό», το ό,τι ποταπότερον έχει απομείνει στην κατακερματισμένη συνείδηση της ελληνικής κοινωνίας».
Tα παραθέτω απλώς!