Σάββατο 29 Νοεμβρίου 2014

ένα ποίημα




                                Gustav Klimt, Cottage Garden with Sunflowers, c. 1906

                                            Belvedere Museum,Vienna.  [ PHOTO N.T. ]


Ανθρωπολογία



            της Αργυρώς Φραγκή*


Τι διαφορά έχει το αλήτικο χαμομήλι

η άγρια παπαρούνα

το ξερό χαμόκλαδο

όλα αυτά στα βάζα

από τα εκθέματα στα μουσεία

από τους πίνακες

με τα κυπαρίσσια

από κεριά που λιώνουν

σε μανουάλια

Αν θες να πεις

από άδεια μελίσσια

από άδεια θρανία στο σχόλασμα

υπονοούν το τέλος

μα εγώ ζω ακόμα

Άπειροι πρόσκαιροι θάνατοι

Ξεβράστε τα νερά στις παραλίες

και τραβήξτε τα νερά

μέσα πάλι

αφήστε την άμμο

τη νεκρή την πέτρα

αιώνιους μάρτυρες

Αφήστε έναν  άνθρωπο μάρτυρα

κι αυτός θα ομολογήσει

πόσο όμορφοι ήταν

μέσα στα μωβ τους

Ήταν όμορφα τα σύννεφα

Αφήστε τον μόνο μάρτυρα

Δείξτε του έλεος

κι αυτός θα μαρτυρήσει

Αφήστε έναν άνθρωπο μάρτυρα.



*Περιλαμβάνεται στην συλλογή ποιημάτων της «Κυκλική διαδρομή», εκδόσεις Φαρφουλάς, 2014, που είχε την καλωσύνη να μου στείλει ο φίλος Διαμαντής Καράβολας.



Τετάρτη 26 Νοεμβρίου 2014

Απολείπειν ο Θεός...





Ο λίαν ομιλητικός και μαχητικός νέος, με τον ξύλινο και παραληρηματικό λόγο, έχει ολοκληρώσει "το έργον" του [το οποίο συνεπλήρωσε και μια μουλωχτή δεσποινίς από την ομήγυρη ]. 
Οι τεθλιμένοι συγγενείς και φίλοι -όρα: oι "αγανακτισμένοι" φοιτητές όπως και ο συμπαθέστατος υπομονετικός σάκκος του μπόξ αντιπρύτανης- αντικρίζουν με δέος το χαρτοκαφεδοτσιγαροσκουπιδαριό που έχει καταντήσει το Πανεπιστήμιο τους (μέσα κι έξω...).
Σύμπαντες οι βαρυπενθούντες μαυροντυμένοι, συρρεύσαντες γύρω απο το παριστάμενο συμβολικώς, σεσηπός και όζον, πτώμα των Α.Ε.Ι., προσεύχονται υπέρ αναπαύσεως...

"Έρραναν τον τάφον..."
Σιωπή και θλίψη (και πολλή ντροπή...).




Πέμπτη 20 Νοεμβρίου 2014

Γιατί έφυγα;





Δεν ήταν μήτε το γέλιο
μήτε το σκυλί στην πόρτα
το σπίτι απέναντι στον τοίχο του
έχει ένα απόγευμα.

 Τάκης Σινόπουλος , "Το Γκρίζο φως"


Δεν πήγα βέβαια εγώ στο σπίτι. Πολύν καιρό τώρα αυτό δεν το αντέχω πια.
Ο ξαδερφός μου ο Γιάννης που ήρθε από τη Μινεσότα των ΗΠΑ, για το ζωογόνο ξανάσμιγμα με τους δικούς του -όσους απομείναμε- και για προσκύνημα στο χωριό, το επισκέφτηκε. Εκείνος μου έφερε και τις φωτογραφίες...
    "Κάτι χαρακιές στους τοίχους", μου είπε, "άρχισαν να μεγαλώνουν απειλητικά...". Αυτό το αντιπαρήλθα με γενναιότητα.
   Τις φωτογραφίες του όμως όχι.

Φθινόπωρο γλυκό... Τέτοιον καιρό είχαμε αποσώσει με  το μούστο που έψαχνε την ευκαιρία μέσα στα μικρά "βαένια", που έμπαζαν πανταχόθεν αέρα, να γίνει ξύδι και προετοιμάζαμε τα καζάνια για τη ρακή...
Γλυκάνισο, μαστίχα, χαρούπια, τα ξύλα που θα καίγαμε... 



Στο κατώι, είχαν αρχίσει να υψώνονται οι σειρές των ξύλων από το ρουμάνι φερμένα σε "φορτιά" με τα ζώα.

 Τώρα τί;

 Άχρηστα πια και σκωροφαγωμένα τα βαρέλια.
Το ραδιόφωνο, με τα απαραίτητα, διακοσμητικά σεμεδάκια της γιαγιάς σιωπηλό...




O ήλιος πέφτει άρρωστος στα τελευταία κιτρινισμένα φύλλα της κληματαριάς. Κάποιες υποψίες από ένα τσαμπί ρόγες που στέγνωσε ατρύγητο. Και στο κατώι μονάχα σκορπιοί πεθαμένοι.
Ακόμα κι αυτοί δεν αντέχουν φαίνεται την ερημιά του σπιτιού. Και πεθαίνουν.



ΥΓ1. Ο μεγάλος μου γυιός παρουσίαζε κάποια εργασία  σήμερα στη σχολή του. Το θέμα του "Ένα χωριάτικο σπίτι". Η εργασία ολοκληρώθηκε εξ αποστάσεως, κατά προσέγγιση και με πληροφορίες από δω κι απο κει. Το  εποπτικό του υλικό αποτέλεσαν παλαιότερες φωτογραφίες. 
Ολοκλήρωση δηλαδή "με τα χαιρετήματα" που λέγαμε παλιά... Δε χρειάστηκε να πάει...

Είμαι σχεδόν σίγουρος, πως το σπίτι θα λάμπει σαν καινούργιο στην ..."ηλεκτρονική του αναστήλωση". Χωρίς ρωγμές, χωρίς σκορπιούς, χωρίς αγριόχορτα ανάμεσα στις πέτρες της αυλής, χωρίς μνήμη, χωρίς οδύνη...

YΓ2. Όπως σχεδόν το είχα φανταστεί. Ατραυμάτιστο. Ανέπαφο. Καινούργιο. Ηλεκτρονικά Αιώνιο (έστω και ανακριβές σαν σχέδιο). Ευχαριστίες στον γυιό μου Γιάννη ([...]σου επισυνάπτω μερικά snapshots. Οι ανακρίβειες πολλές όπως θα διαπιστώσεις...).







Κυριακή 16 Νοεμβρίου 2014

"Βέβαια εσύ και σήμερα διαβάζεις, επιμένεις, βασανίζεσαι ..."




    Βιβλία, βιβλία, βιβλία. Και περιοδικά κι εφημερίδες. Όγκοι τυπωμένο χαρτί, το σπίτι ασφυχτικά γεμάτο, ολάκερα βουνά γύρω γύρω, βιβλία ασάλευτα κι αμετακίνητα, βυθισμένα στη σκόνη, φθαρμένα από το χρόνο, (που κατάφαγε και σένα), ακατανόητα τώρα και μάταια κι άχρηστα. Τι πάθος κάποτε για όλα αυτά, για το παραμικρότερο απ’ αυτά! Βέβαια εσύ και σήμερα διαβάζεις, επιμένεις, βασανίζεσαι. 


   Όμως καμιά δυνατή χαρά, καμιά ερεθιστική έκπληξη. Κανείς δε βγάζει με το μαχαίρι του φλούδες από το κορμί σου, όπως γινότανε παλιά, όταν ανακάλυπτες και τούτο και κείνο και το άλλο και ξενύχταγες και μεθυσμένος, μεταρσιωμένος και πήγαινες ως τα χαράματα.
   Τώρα έχασες το ενδιαφέρον σου ακόμα και για την ποίηση, όπως χάνει κανείς – ας πούμε απ’ τα σαράντα κι ύστερα – σιγά σιγά τα μαλλιά του, τα δόντια του ή τη μνήμη του. Αυτά (σε σένα φυσικά) πάνε. Δεν απομένει παρά να χάσεις τ’ αρχίδια σου, να γυρίσεις ξερός στον τοίχο και να πεθάνεις.

                                                      Tάκης Σινόπουλος, Νυχτολόγιο 







Παρασκευή 14 Νοεμβρίου 2014

"Πεινάω..."



                                                                                                              PHOTO: N.T.

[…] Τὴν πλιατσικολογίαν διεδέχθη ἡ φορολογία, καὶ ἔκτοτε ὅλος ὁ περιούσιος λαὸς ἐξακολουθεῖ νὰ δουλεύῃ διὰ τὴν μεγάλην κεντρικὴν γαστέρα, τὴν «ὦτα οὐκ ἔχουσαν» […]

                                            Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης «Η φόνισσα»