τη σκόνη των αιώνων.
Όσοι έχετε δει τις ταινίες του «Αγέλαστος Πέτρα» και «Αρκαδία χαίρε», θα αναγνωρίσετε πως ένας από τους πιο χαμηλόφωνους καταγραφείς των σύγχρονων (ουσιωδών) «πληγών» και τύψεων του ελληνισμού ονομάζεται Φίλιππος Κουτσαφτής. Η βαθειά του ποιητική γραφή, το ιδιαίτερο κινηματογραφικό βλέμμα, η μεγάλη αρχαιογνωσία του (και πόσα άλλα ακόμη…), δίνουν το στίγμα στις δημιουργίες του και καταλήγουν σε μιαν άλλην ανάγνωση της «ελληνικότητας». Δεν μπορεί κανείς ̶ συχνά βλέποντας και ξαναβλέποντάς και μη χορταίνοντας ποτέ ̶ τις δημιουργίες του κι ακούγοντας αυτόν τον σιγανό, σαν μουρμούρισμα βροχής, λόγο του σκηνοθέτη/αφηγητή/συγγραφέα, να μην ξεσπάσει σε ...φωναχτό λυγμό (ή αναλόγως σε επιφωνήματα άγριας χαράς) αν έχει λατρέψει κι έχει πονέσει λίγο αυτήν εδώ τη μικρή κόχη της γης.
Στις ταινίες του Κουτσαφτή οι τόποι, οι πέτρες, τα αρχαία μάρμαρα, τα δέντρα, οι άνθρωποι, τα κτερίσματα των αρχαίων τάφων, διηγούνται. Όλα… Η βροχή που διαρκώς πέφτει, η βουή των μικρών πόλεων που σβήνουν, η άνοιξη που προκύπτει, η σκοτεινιά, οι τελετές, οι γιορτές, το παραμικρό ανθάκι των βράχων που ριγεί στο αεράκι, οι ομίχλες της απεραντοσύνης των αγρών και βέβαια οι ταπεινοί άνθρωποι. όλα διηγούνται. Όλα μιλούν και λένε είτε τους ρωτάς είτε όχι. Άνθρωποι και πράγματα σαν σκιές, αναγκεμένοι, ανακατωμένοι με τα χώματα, πρόσφυγες, μετακινούμενοι, φεύγοντες, θνήσκοντες… Τόποι που χαμηλώνουν το φως τους και σβήνουν μπροστά στα μάτια μας σαν το πέρασμα μιας μέρας. Κι η πικραλίδα, η σιγουριά της ανθρώπινης προσωρινότητας, σε μουσικό continuo. Διαρκής υπενθύμιση ευθύνης και οφειλής... Ανεπιτήδευτη «χαρμολύπη» διέπει κάθε επαφή μας με το έργο του Κουτσαφτή.
Στην «Αγέλαστο Πέτρα» η μορφή του Παναγιώτη Φαρμάκη δεσπόζει. Αυτό το σκιαγμένο όν, στην συγκλονιστική φωτογραφία του Φ.Κ. με το σακάκι του αφόρετο και ριγμένο στο κεφάλι, είναι ένας άνθρωπος αρχαίος που έρχεται από τα βάθη της εθνικής μας αυτοσυνειδησίας και ενοχής. Κρατά στα χέρια του μια μαρμάρινη πλάκα σαν να κομίζει τις δέκα εντολές από το Όρος...
Ο Παναγιώτης Φαρμάκης διάβηκε από τον κόσμο μας για εμπνεύσει τον σεβασμό στην ανθρώπινη μικρή ή μεγάλη δημιουργία για να μας θυμίζει τον δημιουργό (είτε αυτός είναι πόλις, ανθρώπινη ομάδα, άτομο) όταν αυτός πια έχει περάσει στον κόσμο με τις σκιές.
Ο σκηνοθέτης μας δείχνει συχνά τον Φαρμάκη αμίλητο, αεικίνητο να μεταφέρει με σπαρακτικό τρόπο στους ώμους, κρατώντας με τα δυο του χέρια στη αγκαλιά του ή πάνω σε καρότσι ̶ που σπρώχνει με δυσκολία ̶ όσα δεν αντέχει ο ξεκούρδιστος άνθρωπος, όσα δεν μπορεί να συναγωνιστεί σε χάρη πια η άχαρη και απορρυθμισμένη Πόλις: πέτρες «μεγάλες» (κίονες, επιτύμβιες πλάκες, τμήματα ναοδομίας κ.ά. ) από ...τους χώρους εναπόθεσης «μπάζων» (!) στον ζωτικό τους χώρο: Έξω από την περίφραξη του Μουσείου της πόλης.
Οι σωρευμένες πέτρες του Παναγιώτη Φαρμάκη σαν τα αζήτητα παιδιά της παλιάς ... "βρεφοδόχης" των βρεφοκομείων. Ο ίδιος ταγμένος, σιωπηλός, τρομαγμένος, απόκοσμος, φεύγων...
Είναι φτωχά τα δικά μου λόγια για να πουν. Διαλέγω ν’ αφήσω τη Κατερίνα Χατζή που γράφει*:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Παράκληση να τηρούνται οι κανόνες της πολιτικής σχολίων που ισχύουν. Σχόλια με υβριστικό, προσβλητικό ή παρόμοιο περιεχόμενο δεν γίνονται αποδεκτά και επομένως θα διαγράφονται.