Η «Μεγάλη Παρασκευή» της …30ης Ιουλίου 1920
Η «Πιετά» του Μιχαήλ Αγγέλου, Ufizzi museum/Florence, [φωτ. Ν.Τ. 2009]
Χτες ο αγαπημένος φίλος Νίκος Δήμου με ειδοποίησε να τρέξω στο περίπτερο. Όπερ και έπραξα προθύμως. Η «Καθημερινή» δημοσίευσε (σε αναστατική έκδοση) το φύλλο της Κυριακής 10 Ιανουαρίου 1921. Με υπέρτιτλο: «Οι οκτώ δράσται της Ιουλιανής τραγωδίας—Η “Καθημερινή” ανακρίνει τους φονείς του Ίωνος Δραγούμη… Εις τας φυλακάς του παλαιού στρατώνος» κλπ κλπ.
Σκέφτομαι πως δεν θα πρέπει να ήταν διόλου τυχαία η παρουσίαση αυτού του συγκλονιστικού ντοκουμέντου Μεγάλη Πέμπτη, μέρα της κορύφωσης του Θείου Πάθους. Όλα είναι εδώ και στην υπόθεση του Δραγούμη. Οι παραλληλισμοί, ορατοί και αόρατοι, βγαίνουν αβίαστα: Όχλος, Πραίτωρες, Πόντιοι Πιλάτοι, δεσμοφύλακες, εκτελεστές και το εξιλαστήριο θύμα, το σφάγιο της ανθρώπινης κτηνωδίας… Και μια μάνα που θρηνεί, και οι μυροφόρες αδελφές του, και ο «στενός» κύκλος της ταφής, η απαγόρευση, και ο κοπετός των φίλων. Με μια μόνη διαφορά: Η Ανάσταση δεν ήρθε (ακόμα…) στην περίπτωση του Δραγούμη.
—Σεις ετουφεκίσατε τον Δραγούμην;
—Μάλιστα, απήντησαν άπαντες με μια φωνήν.
.......................................................................................
—Εμείς στρατιώται είμαστε, πρόσθεσε εις εξ αυτών Κάναμε ό,τι μας διατάξανε…
.......................................................................................
Ο Χαλκιαδάκης αρχίζων την τραγική αφήγησίν του, εφρόντισε αντί άλλου προλόγου να διαλαλήσει την αθωότητά του.
—Εγώ κύριε ανακριτά, παρέστην εις την εκτέλεσιν αλλά δεν έλαβα μέρος διότι ήμουνα άοπλος. Δεν είναι έτσι συνάδελφοι;
—Mάλιστα απαντούν εκείνοι.
.......................................................................................
Εν πρώτοις, λέγει, ημείς δεν εγνωρίζαμε ποίος ήτο ο άνθρωπος εκείνος με τα άσπρα ρούχα, το ψαθάκι και το ένα γυαλί στο μάτι, που μας παρέδωσαν να τον συνοδεύσουμε εις το Φρουραρχείον. Ο καπετάν Γύπαρης δεν είπε τίποτε σε μας. Συνεννοηθήκαμε μόνο ιδιαιτέρως με τον επιλοχία Σαρτζέτη (Σαρτζετάκην) Τσίτσο (Κίτσον) και τον λοχία Κατσίγαρη. Εις αυτούς έδωκε την διαταγήν της εκτελέσεως ο αρχηγός ενώ εμείς ενομίζαμε ότι κάνουμε μια απλή υπηρεσία συνοδείας. Ξεκινήσαμε κατά δυάδας, και στη μέση είχαμε τον Δραγούμη, διότι ύστερα μάθαμε ποιος ήταν.
Πηγαίναμε από το δεξί πεζοδρόμιο της οδού Κηφισιάς, με βήμα κανονικό.
—“Τα όπλα ανά χείρας!” Μας διατάσει μόλις προχωρήσαμε λίγο, ο επιλοχίας Σαρτζέτης.
Μας φάνηκε παράξενη η διαταγή αυτή.
—“Όπως να συνοδεύετε ένα ληστή!” πρόσθεσεν ο Σαρτζέτης…
Ο Δραγούμης κατά το διάστημα αυτό, σας είπε τίποτε; ερωτώμεν.
—Όχι, απήντησεν
ο Χαλκιαδάκης. Προχωρούσε αμίλητος. Μόνο έβγαλεν από την τσέπη του μια χρυσή
ταμπακέρα και άναψε ένα τσιγάρο.
Ο δεκανεύς συνεχίζει:
—Μόλις φθάσαμε εις τα στρατιωτικά λουτρά, ακούμε τον Σαρτζέτη να μας δίνει το παράγγελμα.
“Αλτ! Γεμίσατε!”
Σταματήσαμε και εγεμίσαμε. Ο Δραγούμης φάνηκε ότι κατάλαβε την καταδίκη του.
—Σας είπε τίποτε; ερωτώμεν.
—Ούτε λέξι! Εστέκετο ατάραχος με το τσιγάρο στο στόμα! Μόνο ήτανε λιγάκι ωχρός.
“Τότε” συνεχίζει την τραγικήν αφήγησίν του ο Χαλκιαδάκης, “ο επιλοχίας Σαρτζέτης πλησιάζει τον Δραγούμην και τον τραβά από τον ώμο προς τον τοίχον”.
Σεις τι κάνατε εν τω μεταξύ; ερωτώμεν.
Εμείς είχαμε παραταχθή εις απλούς στίχους, όπως γίνεται εις τας εκτελέσεις.
—Ποία απόστασις σας εχώριζε από τον Δραγούμη;
—Όχι περισσότερο από τέσσερα μέτρα.
—Ο Δραγούμης σας είπε τίποτε την στιγμήν εκείνη;
Ο δεκανεύς απαντά:
—Λέξι! Μας εκύτταζε ως να μη συνέβαινε τίποτε.
Αποτραβήχτηκε τότε από τον Δραγούμην ο Σαρτζέτης και μας δίνει γρήγορα-γρήγορα το παράγγελμα:
—“Επί σκοπόν! Πυρ!”
—Εμείς τα χάσαμε και αντί να πυροβολήσουμε, κατεβάσαμε τα όπλα. Μόνο ένας πυροβολισμός ακούστηκε. Επυροβόλησε ο επιλοχίας Τσίτσος (Κίτσος) με το πιστόλι του.
—Έπεσε τότε ο Δραγούμης; ερωτώμεν.
—Όχι. Φαίνεται ότι δεν τον είχε πετύχη καλά.
—Σας είπε τίποτε;
—Όχι. Μας εκύτταζε όμως σαν να μας έλεγε: “Κάνετε γρήγορα ότι έχετε να κάνετε!” Ποτέ δεν θα ξεχάσω την αταραξία του ανθρώπου αυτού. Τι άντρας!
—“Άνανδροι δεν βλέπετε τον στόχο; Αυτός εδώ μπροστά σας είνε!” Μας φωνάζει αγριεμένος ο Σαρτζέτης.
Φοβισμένοι σηκώνουμε τα ντουφέκια. Ρίχνει πρώτα ο λοχίας Κατσίγαρης, και ό Δραγούμης έγειρε να πέση. Βλέποντας εμείς τότε τον λοχίαν να πυροβολή, του ερρίξαμε κι εμείς!
Ο Δραγούμης έπεσε ανάσκελα νεκρός! Μόνο το πόδι του κούνησε λίγο. Αλλά και τότε ακόμη ο επιλοχίας Κίτσος και ο Λοχίας Κατσίγαρης άδειασαν ο μεν ένας το περίστροφο, ο δε άλλος το όπλο επάνω στο πτώμα!
.......................................................................................
Εις το σημείον αυτό, ο κρατούμενος Ξυδάκης μας εβεβαίωσεν, ότι αυτός δεν επυροβόλησε και ότι, δια να μη ανακαλυφθή έκρυψε την σφαίραν εις το θυλάκιόν του.
—Όταν επιστρέψατε εις το Τάγμα τι έγινε;
—Μας εκάλεσε ο Γύπαρης, απαντά ο Χαλκιαδάκης και μας είπε:
—Παιδιά αυτό (sic) που σκοτώσατε ήτανε ο Δραγούμης.
—Ποιος Δραγούμης; Ερωτήσαμε.
—Ένας προδότης από τους Δέκα έξι. Μη σας μέλει όμως καθόλου. Να μη κάνετε μόνο καθόλου κουβέντα, και το πράγμα θα σκεπαστή.
.......................................................................................
Λησμόνησα να σας πω, συνεχίζει ο Χαλκιαδάκης, ότι ο Γύπαρης μας είπε να πούμε εις την ανάκρισι, ότι αναγκασθήκαμε να σκοτώσουμε το Δραγούμη, διότι εκεί που τον πηγαίναμε στο Φρουραρχείο μας έφυγε, και ότι έβγαλε περίστροφο και μας πυροβόλησε! Ο δε λοχίας Κίτσος μας έδωκε και ένα μικρό περίστροφο, το οποίον μας είπε να καταθέσουμε ότι ήτον τάχα εκείνο που είχε ο Δραγούμης και μας πυροβόλησε φεύγοντας!»
Αξίζει να σημειωθεί ότι από τους οκτώ κρατούμενους στη φυλακή παραστρατιωτικούς του Γύπαρη δυο ισχυρίστηκαν ότι δεν πυροβόλησαν. Άρα σφαίρες το όλον έξη συν τις σφαίρες των Κατσίγαρη, και Σαρτζέτη (αμφότεροι εκτός φυλακής) που άδειασαν τα όπλα τους. Έτσι εξηγούνται ίσως τα περισσότερα από δέκα σημεία εξόδου-εξόδου από σφαίρες. Απομένουν και οι πλείστοι λογχισμοί πάνω στο σώμα του Δραγούμη, το «τέλειον» κάταγμα του μηριαίου οστού και ο …σχεδόν αποταμείς τράχηλός του σύμφωνα με την ιατροδικαστική έκθεση. Ο λιντσαρισμένος νεκρός του, ο καταληστευμένος από τους φονείς (όσα υπήρχαν επάνω του επιστράφηκαν στις «αρχές» αργότερα από τους ίδιους) πεταμένος σαν σκυλί και κατάγυμνος σε μια γωνιά στην αποθήκη του νεκροταφείου. Όλα εκεί λοιπόν… Ως και το αόρατο ακάνθινο στεφάνι.
Αλλά αυτά είναι «αλλουνού παπά ευαγγέλιο»…