Ανθισμένα ερείπια στον Κρανιώνα (φωτ. Ν. Τσίγκας)
Ρούδαρι
Μετά το πέμπτο τσίπουρο προς έκτο
κάνεις ένα βούλιαγμα στον περασμένο καιρό,
στη Μπέσφηνα που ρεύει ακατοίκητη
συνεχίζεις με τους ίδιους και το χνώτο σοβαρεύει.
Στο Ρούδαρι σταματάμε για να πούμε το γνωμικό:
«Κανένας δεν κοιτά για δεύτερη φορά τη λίμνη
κι ό,τι είταν για να γίνει, έγινε, να μείνει, έμεινε».
Το ντουμανιάζαμε με άφιλτρα Αγρινίου
ο ένας έβγαλε Τριάρι άφιλτρο από την αρχαιότητα
κι ο άλλος, ακροδεξιός από γονικό ζόρι,
έφερε ροζ τσιγαρόχαρτα της Κατοχής
να κυλινδρίσουμε πομάκικο καπνό.
Παραμιλούσαμε μια μεταστοιχείωση αισθημάτων
από σκοτωμένους, πεθαμένους
κι από «μεμψιμοιρούντες» της Κατοχής.
Μετεμψυχώναμε τ' αποθαμένα του τόπου,
ξεσκαρτάραν μέσα μας ψυχές, ακούγαμε
τις αφώναχτες φωνές,
θα πληρώναμε στο περίπου, είχαμε πιει,
είχαμε χάσει το μέτρημα, ίσως έβρεχε,
παραχωνόμασταν στο τοπίο.
(Από τη συλλογή «Βορειοδυτικά»)