Στον Νίκο Δήμου που γιορτάζει σήμερα
Λυπούμαι τους ανθρώπους που έχουν δεχτεί επιθέσεις από αρκούδες στα ορεινά της χώρας. Ένας ή κανένας το χρόνο. Αρκούδες δεκάδες εδώ κι εκεί στα μουλωχτά ξεπαστρεύονται από παγίδες, φόλες, βοσκούς, λαθροθήρες, αυτοκίνητα που πάνε βολίδα κλπ.
Οι γυναίκες που πυροβολούνται, τσεκουρώνονται, μαχαιρώνονται,
στραγγαλίζονται, κομματιάζονται από «τους αφέντες τους» φέτος μέχρι στιγμής καμιά
τριανταριά για το 2024. Ασύγκριτοι οι αριθμοί και η αγριότητα… Κανείς ως τώρα όμως δεν αξίωσε την μείωση του υπερπληθυσμού των «γυναικοκτόνων» εν Ελλάδι. (Των αρκούδων όμως, ναι).
Λυπούμαι τους βοσκούς που χάνουν το βιός τους. Ελπίζω στη μέριμνα του κράτους. Θλίβομαι για όσους φοβούνται να πάνε στις δουλειές τους στην ύπαιθρο ή βλέπουν τη σοδειά τους σε δέντρα, οπωροφόρα κυρίως, λεηλατημένα από αρκούδες ή άλλα ζώα. Και πάλι ελπίζω στο υπουργείο Γεωργίας και τη μέριμνα της Ε.Ε.
Πλήθυναν τα άγρια, λιγόστεψαν τα ήμερα στη Μακεδονία, ίνα να πληρωθεί το ρηθέν ...της παροιμίας. Αλλά και γιατί η Μακεδονία είναι πλέον μια εγκαταλελειμμένη περιοχή. Κι όπως τα δέντρα και κάθε λογής βλάστηση απλώνονται εκεί που κάποτε υπήρχαν σπίτια και χωράφια, έτσι και τα άγρια ζώα αναζητούν το χώρο τους. (Και τροφή εκεί που έχουν αντιληφθεί ότι υπάρχει..)
Όμως… Όταν ο άνθρωπος ήταν ακόμα εκεί δεν είχαμε ακούσει σχεδόν μισό αιώνα, όσοι γεννηθήκαμε στα μέρη, επίθεση από αρκούδα ή ακόμα και εμφάνιση αρκούδας στα περίχωρα. Εκτός… από τις αρκούδες που έσερναν μαζί τους οι γύφτοι πίσω από τα κάρα, κάτισχνες και σε ελεεινή κατάσταση, με χαλκά περασμένο στη μούρη και σιδερένιο φίμωτρο.
«Κάνε Τασούλα πως χορεύει η Βουγιουκλάκη!» Και σείονταν όρθιο στα δυο πόδια το ζώο σάμπως να χόρευε ενώ ο αρκουδιάρης βαρούσε τον νταϊρέ. «Κάνε τώρα Τασούλα πώς χτενίζεται η Βουγιουκλάκη και πώς κοιτάζει τον καθρέφτη!». Το ‘κανε και αυτό το έρμο το ζωντανό, η «Τασούλα», για την παράσταση στην πλατεία.
Έπεσα σήμερα πάνω σ’ αυτή τη φωτογραφία παρμένη από το βιβλίο του Χρήστου Ἐξάρχου, Ἡ Φούρκα τῆς Ἠπείρου (Ἱστορία - Λαογραφία), τυπωμένο στη Θεσσαλονίκη το 1987, και δεν μπορώ να ησυχάσω.
Τραβηγμένη το 1969. «Σύλληψη αρκουδόπουλου στη θέση Ρέβα» γράφει η λεζάντα. Θριαμβευτικές σχεδόν πόζες όλο ειρωνεία και περηφάνια. Αυτός με το τσιγάρο στο στόμα που το ’χει γραπωμένο από το λαιμό το αρκουδάκι καθ’ εαυτού σφάχτης μου μοιάζει και γδάρτης περιωπής. Για τον δημόσιο εμπαιγμό, τον τρόμο που βιώνει το ζωάκι στο καφενείο ανάμεσα στους άνδρες, για τις τσιρίδες του, για τη μάνα του που λείπει, για τη τραγική του ανυπερθέτως τύχη που θα ακολουθήσει ούτε λέξη στη λεζάντα.
Όμως, βλέπω τον θρίαμβο του απελέκητου ανθρώπου πάνω στη φύση σ’ αυτή τη φωτογραφία και πασχίζω να αντιληφθώ ποιος είναι ο άγριος… Αυτός που τρώει σάρκες η εκείνος που κομματιάζει ψυχές;
Αυτό το θέαμα και μόνον δικαιώνει όλα τα μαζεμένα που μας κάνει τώρα ο υπερπληθυσμός της αρκούδας». Και που δεν θα πατσίσει ποτέ όσα έχουμε ήδη κάνει και συνεχίζουμε να διαπράττουμε εμείς…
Τι ζωάκι είναι αυτό;;
ΑπάντησηΔιαγραφήαρκουδουλ' λέμμμε ντε!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΜαυρίζει η καρδιά μας αλλά δυστυχώς αυτή είναι η αλήθεια.... Γ.Λ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΘυμάται κανείς την τελευταία αρκούδα του Πίνδου, του Χατζή, έτσι, χωρίς να το προσπαθήσει, μετά από αυτή την ανάγνωση
ΑπάντησηΔιαγραφήΣτα δικά μου παιδικά χρόνια, τέλη΄40 αρχές ΄50, η πρώτη αρκούδα εμφανίστηκε αμέσως μετά τη λήξη του Εμφυλίου. εννοείται με τον αρκουδιάρη της. Πάντα την έλεγαν Μαρίκα και την έβαζε να χορεύει σαν τη...Ριρίκα!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΟι δωσίλογοι, οι αρκουδιάρηδες και οι σφάχτες επιβιώνουν των εμφυλίων και των σπαραγμών γενικώς...
ΔιαγραφήΈχω μια ένσταση. Καταδικάζω την αγριότητα απ' όπου κι αν προέρχεται και όπου κι αν κατευθύνεται. Αλλά όλα έχουν ένα μέτρο και μια ιεραρχία. Βλέπω πολλές πινακίδες στη Δυτ. Μακεδονία που απεικονίζουν αρκούδες και γράφουν ΖΟΥΜΕ ΜΑΖΙ. Όχι δεν μπορούμε να ζούμε μαζί. Οι άνθρωποι των σπηλαίων ζούσαν μαζί. Από τότε πέρασαν εκατομμύρια χρόνια. Οι αρκούδες συνέχισαν να ζουν στα βουνά, μα οι άνθρωποι εξελίχθηκαν. Ούτε στο Βογατσικό κυκλοφορούσαν ποτέ αρκούδες. Μέχρι που έφθασαν στον ξενώνα {…} "ζωόφιλοι" μιας ΜΚΟ, για να βάλουν τσιπ στις αρκούδες και να παρακολουθούν τις κινήσεις τους. Ως αστοί όμως καλομαθημένοι δεν μπορούσαν να τρέχουν στα βουνά. Έτσι αποφάσισαν το εύκολο γι' αυτούς. Να ρίχνουν τροφή κοντά στο ξενοδοχείο και να κατεβαίνουν οι αρκούδες σ' αυτούς. Από τότε καλώς τις δεχτήκαμε. Φυσικά καλομάθανε. Γιατί να τρέχουν στα βουνά να ψάχνουν τροφή όταν είναι τόσο εύκολο να βρουν σε κατοικημένες περιοχές. Εύκολο το μέλι, τα ζώα, τα φρούτα, όλα σε ποσότητες. Ζητάμε από την χρεωκοπημένη χώρα μας αποζημιώσεις για να περνάν καλά οι αρκούδες; ας καταφέρει η Ελλάδα να στηρίξει τα νοσοκομεία, σχολεία όλων των βαθμίδων, ιδρύματα για παιδιά και γέροντες και μετά βλέπουμε.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕίναι πολύ εύκολο να είμαστε ζωόφιλοι μέσα από τα ζεστά, ασφαλή μας σπίτια. Ρωτήσαμε ποτέ τους αγρότες πώς νοιώθουν όταν βλέπουν τη σκληρή δουλειά πολλών μηνών, κατεστραμμένη; πόσο κινδυνεύει η υγεία τους από το σοκ; πόσο σοκάροντας οι οδηγοί όταν πέφτει επάνω τους, μέσα στο σκοτάδι, ένα θηρίο ενός τόνου; πώς νοιώθει ένας μικρός μαθητής που γυρίζει βράδυ στο σπίτι από το φροντιστήριο και μπροστά ορθώνεται το θηρίο στα δυο του πόδια; Όλα αυτά μπορεί μην ενδιαφέρουν τους ζωόφιλους που έχουν δει αρκούδα μόνο στο ζωολογικό κήπο. Όμως έχουν γίνει, κι έχω μιλήσει με αυτούς τους ανθρώπους, που τρέμουν στην ιδέα ότι μπορεί να ξαναζήσουν αυτήν την φρικτή εμπειρία.
Κι αν το δούμε από την πλευρά των ζωόφιλων, μπορούν να μας πουν πώς αισθάνονται τα πρόβατα και οι κατσίκες όταν στο στάβλο τους εισβάλει αρκούδα; Αφού ξεσκίσει τα μισά, γιατί άγριο ζώο είναι, δεν αρκείται να αρπάξει ένα και να το πάρει να το φάει με τα παιδιά της.
Οι άνθρωποι που έχουν θρηνήσει από τις αρκούδες, προτείνουν να τις πάρουμε στην Θεσσαλονίκη και Αθήνα για λίγο καιρό. Δασάκια υπάρχουν, όπως και κάδοι με αποφάγια για να χορταίνουν.
Τι λέτε;