Οι
τοίχοι στα κτίρια τριγύρω λεπροί.
Κι η τύχη μας το ίδιο.
Ξεφλουδίζουν.
Φυλλοροούν. Καταρρέουν.Όλα!
H ζωή στις πόλεις φθορά, απαξίωση, εγκατάλειψη, παρακμή ανεπίστροφη. Ερειπιώνας
ατέλειωτος έξω (στις καρδιές μέσα τα τρισχειρότερα). Κοιτάζεις τα θεόκλειστα
και παντέρημα σπίτια και μαγαζιά. Ρυπαρά και πήχτρα στο σκουπιδαριό. Όδύνη,
οσμή θανάτου.
Ξάφνου
σηκώνεις το βλέμμα ψηλά. Κι αντικρίζεις να κρέμμεται από ένα κτίριο αρ
νουβώ -από κείνα τα πολλά κάποτε της πόλης- να σου είναι φυλαγμένη εκεί
ψηλά ετούτη η λύτρωση: Ένα σιδερένιο φτερό με χάρη υψωμένο ψηλά στον
αέρα.
Μπορείς
να το νιώσεις κιόλας πως το γερασμένο μπαλκόνι πλέον ίπταται. Πούπουλο και η
καρδιά σου τώρα.
Αείδροσα
φυλλώματα δροσίζουν τον ξυπνητό σου ύπνο και σε σκεπάζουν μέσα στην κάψα της
ερήμου.
Το βλέμμα όμως όσων αρπάζουν ότι μέταλλο βρουν μπροστά τους, ας μείνει κολλημένο στη γλίτσα του δρόμου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΘεέ μου τί φρίκη [ατιμώρητη!]κι αυτή...
Διαγραφή