Κυριακή 1 Μαΐου 2022

Μια παπαρούνα (το εφήμερο ...εφημερεύει) ως αφορμή

 



1η Μαΐου. Μνήμη Αλέξανδρου Παναγούλη

που αντιστάθηκε στα σκοτάδια του Έλληνα

 

Σε παρτέρι του «ακάλυπτου» σήμερα είδα να σκάζουν αυτά τα πρώτα κόκκινα άνθη της παπαρούνας πρώτη του Mαγιού όλο θάρρος. Γιατί θάρρος χρειάζεται να μπορείς ν’ ανθίζεις ενώ γνωρίζεις πως διαρκώς σε καταποδιάζει «το αιώνιο διάβα» που πρόκειται —ούτως ἠ άλλως— να σε περάσει αλλού…

Γιατί ὅλοι εἴμαστε σά νά μήν ὑπήρξαμε ποτέ

Δέ βλέπω τήν ἀκτή τῆς λογικῆς—,

Δέ μπορῶ νά βρῶ τό μίσος κάτω ἀπ’ τά δάκρυα—,

όπως γράφει κι ο αγαπημένος ποιητής Ν. Α. Παναγιωτόπουλος που έφερε «εις πέρας»(;) το ατέρμονο έπος, το ατελεύτητο ποίημα, αυτό το θηριώδες κατόρθωμα της σύγχρονης ελληνικής ποίησης που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Το Ροδακιό σε λίγες μέρες.

 Τα ποιήματα του Παναγιωτόπουλου σαν ιστός αράχνης που απλώνει στο υπόγειο ή στο «αργαστήρι» ενώνει με λεπτές κλωστές -κόκκινες κατά προτίμηση- όλες τις εποχές της ανθρώπινης παρουσίας, τον λόγο, το ανείπωτο  και το ανέκφραστο, και διατρέχουν την ελληνική παράδοση όλη, από τα τεχνήματα των καραβομαραγκών μέχρι τον σκοτεινό Σεφέρη και τον Παπαδιαμάντη, ως τους αρχαίους τραγικούς. Ανάποδο πέρασμα των ποταμών...

Στενό καιρό θ’ ἀνεβῶ το ποτάμι

Γραφείς για το άγραφο, ράφτες που κεντούν τις λέξεις, γέφυρες για να ενωθούν οι κόσμοι, ερεβώδεις αποθήκες σκοτάδια των μυστών, ικανές και για το κάρβουνο και για το διαμάντι.

Από σκοτάδι σε σκοτάδι

Το πνεῦμα κατεβαίνει στην ἄκρη των δακτύλων μας.

Ταπεινά και ασήμαντα λόγια αποθέτω. Ίσως και ολότελα άστοχα. Σε ένα καθόλου δε λαθεύω όμως: στην κοινή μας αγάπη με τον ποιητή για τον Ίωνα Δραγούμη. Το επιβεβαιώνει και το εξομολογητικό του κείμενο στη Lifo—επιμέλεια Στάθη Τσαγκαρουσιάνου όπως υποπτεύομαι [ΚΛΙΚ ΕΔΩ], όπου διαβάζω:

[…] Στη γειτονιά με πρωτόφερε και με σεργιάνισε ο ανεπανάληπτος ζωγράφος Πέρης Ιερεμιάδης ο φιλακόλουθος —«είναι η γειτονιά της Κερένιας Κούκλας του Χρηστομάνου», μου έλεγε, «μπορεί και να ’χουν γυροφέρει ο Ίων Δραγούμης με τη Μαρίκα Κοτοπούλη»— εδώ θα έστηνε τον πάγκο του με της τέχνης τα φαρμάκια και της τέχνης τη σκυτάλη μέσα στο μυθικό ατελιέ του· και θα γινόμασταν γείτονες και φίλοι αχώριστοι·

Ένας ποιητής κι ένας ζωγράφος, που ξέρουν τι τους γίνεται, σχεδιάζουν να μείνουν σε μια γειτονιά στην Αθήνα για να συντροφέψουν τους ίσκιους που κάνουν τη ζωή και τους τόπους ενδιαφέροντες…

Καλώς να μας έρθει λοιπόν ο Μάης με το Σύσσημόν του, όλο μοσχομυριστό μελάνι και σταχωμένο με κόκκινη κλωστή!

 


 

 

 

 

4 σχόλια:

  1. υπέροχο προοίμιο
    υπέροχης ενδοχώρας.
    βάζεις λόγο στο ανείπωτο του Νίκου Παναγιωτόπουλου
    όταν ελάχιστοι μπορούμε να αρθρώσουμε γι' αυτόν
    αυτό κι αν είναι άνοιξη...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ο Ευγένιος Αρανίτσης έγραψε ένα κριτικογραφικό έπος στη παλιά καλή Ελευθεροτυπία, ο Στάθης Τσαγκαρουσιάνος (πάλι εκεί θαρρώ) μας τον πρωτοπαρουσίασε με το "Σύσσημον" της Ινδίκτου (όταν αγρόν αγοράζαμε), ο Κωστής Παπαγιώργης επίσης νάναι καλά ο καθείς τους εκεί που είναι... Πως να μιλήσεις χωρίς να πεις "λειψά" πράματα;

      Διαγραφή
    2. Καλό Μήνα!
      Άς είμαστε ευγνώμονες που ανασαίνουμε αντιλαμβανόμαστε και θυμόμαστε

      Διαγραφή
    3. Νυν και Αεί... Αιέν και Αιέν... Χαίροις!

      Διαγραφή