Παρασκευή 24 Δεκεμβρίου 2021

Ωραία βιβλία και βάσ[κ]ανοι καιροί…

 

Στη δική μου τη φάτνη, Χριστούγεννα κάθε χρόνο παιδιόθεν θαρρώ, ήθελα να χουχουλίζουν βιβλία κυρίως. Τα δυο τελευταία παράξενα, όσο και ανυπόφορα χρόνια, το ένιωσα καθημερινά πως αυτά υπήρξαν το καταφύγιο κι η ελπίδα. Με συντρόφεψαν και με παρηγόρησαν όσο η βιωτή (επαγγελματική ενασχόληση), τα συχνά πένθη και οι …Δραγουμικοί όρθροι-εσπερινοί-ολονυχτίες επέτρεπαν άλλη περιδιάβαση.

Χτες μόλις ο, φίλος συγγραφέας δυνατών διηγημάτων και γιατρός, Στάθης Κοψαχείλης μου εκόμισε κομψότατο τόμο με τα ημερολόγια της της ζωγράφου Εύας Μπέη, συντρόφου του αγαπημένου μου ποιητή Νίκου Καρούζου.

Κι ο Ισίδωρος Ζουργός, τον μικρό τόμο με τη συνεισφορά του ίδιου και άλλων Θεσσαλονικέων συγγραφέων σε διηγήματα με θέμα το ’21. Πρώιμος μάγος με τα δώρα, με είχε εφοδιάσει λίγο καιρό πρωτύτερα ο ίδιος με τη βυζαντινή του περιπλάνηση της «Εαυτού Ψυχής» και την μετακένωση-παράδοση του πεπαιδευμένου  αντιγραφέα («νοτάριου»)  στην αφηγηματική τέχνη (μυθιστορία, συγγραφή).

Το ίδιο κι ο Ηλίας Παπαμόσχος με την δική του «Καταγωγή της Λύπης», μια μυθιστορηματική ανάπλαση, κατάθεση των όρων της πραγμάτωσης συγγραφέα και έργου. Με το μοναδικό ποιητικό ύφος και πύκνωση των διηγημάτων που τον καθιέρωσαν.

Είχα αρχίσει ήδη να το γιορτάζω λίγες μέρες νωρίτερα όταν, ανοίγοντας απορημένος έναν ταχυδρομικό  φάκελο, αντίκρισα το βιβλίο-αισθητικό επίτευγμα «Το νήμα» της Όλγας Ντέλλα που κατοικοεδρεύει στην Πτολεμαΐδα, την καρβουνιασμένη χώρα των λιγνιτωρυχείων.

Και μέσα μου μίλησαν, από μια γωνιά, οι στίχοι του Νίκου Α. Παναγιωτόπουλου από το ατέρμονο-ατελεύτητο-ισόβιο ποίημα-έπος «Το Σύσσημον»:

Νά καί ἡ Τέχνη. Ἡ μαύρη γάτα πού κάθεται μέσα στήν ἀποθήκη τοῦ κάρβουνου… 

Όμως πέρα από το περιεχόμενο αξίζει να σας διηγηθώ (ή να σας δείξω ακόμα πιο καλά όσο το μπορέσω) αντιπροσωπευτικές όψεις αυτού του τυπογραφικού-εκδοτικού καλλιτεχνήματος: Eκδόσεις  «Το Ροδακιό» βέβαια και δράστις —τις άλλος;— η ακατάβλητη Τζούλια Τσιακίρη*.

Το αποτέλεσμα πέραν πάσης…«πεπατημένης». Στο εξώφυλλο πορφυρά νήματα σε έναν πίνακα με παστέλ του Ανδρέα Μαράτου. Μια μάλλινη πλεξούδα. Ένας σελιδοδείκτης σε απόχρωση σπασμένου ροζ προβάλλει από τις σελίδες. Κόμπος από τη μια και θραύσμα όστρακου στην άλλη άκρη. Με τί ενώνονται τα νήματα; Πνευματικές καταβολές και συγγένειες, η Πίστις, ουρανός και γη, και τα υποκάτω και τα υπεράνω, και των νεφών και των σκοτεινών βυθών ή των εγκάτων, όρια των ταπεινών μα και των αχαμήλωτων εστέτ, σύνορα του ερέβους και της Ανά[σ]τασης. Και βέβαια ενώνουν οι κλωστές αυτές  την αντίληψη για την βιβλιοφιλία με τα μεράκια του  εκδότη και τα σαράκια του γραφιά.

Μικρές παράγραφοι με σφικτή ποιητική γραφή (μα δεν είναι μόνον ποιήματα; Ρυθμοί αυστηρής ψαλτικής που πάνε να καταλήξουν σε θραύσματα από χαϊκού εγκατεσπαρμένα. Δεήσεις ευλαβικές, αίνοι, γονυκλυσίες, πολυχρόνια των ερώτων, της αγάπης, των εμπνευστών-γενητόρων της γραφής. Μarginalia στα περιθώρια των συναξαρίων…

μη΄

«Ἦρθαν οἱ βοσκοί, δυό γέροι …ἕνα βοσκόπουλο …θαμπωμένοι, ξαφνισμένοι …γονατιστοί …πολλήν ὥρα», «μ’ ἐκστατικά μάτια… ἐλάτρευαν ἀχόρταγα τό θάμα τό οὐράνιο». Ἡ προσδοκία ξεδιπλώνεται. Εἰλητάρι τῆς προσευχῆς. Μιά ὕστερη δέηση. Σχεδόν ὕστατη. Καί μια ἀχνή ἑλπίδα. «Νά! Τώρα θα ’ρθῇ τό βασιλόπουλο, νά πάρῃ τήν Λουλούδω!» Ὄστρια. Ὄστρια ξανά. Τό κουβάρι βρέχεται. Ἐντός τῶν ὑδάτων ἐκείνη. Καρφωμένη στό στόμιο. Ἁλισάχνη. Στήλη ἁλισάχνης.

«Δι’ευχών»…

 

*ΥΓ. Και πώς μπορώ να ξεχάσω έργα-συλλήψεις όπως κείνη την λεπτή κόκκινη κλωστή στη ράχη και στο «σαλόνι» του υποβλητικού «Θαλασσόκεδρος»  του Νίκου Α. Παναγιωτόπουλου (σα να μάτωσε λίγο το χαρτί και να το δείχνει…) ή τη γυμνή άδετη  ράχη στο θαυμαστό βιβλίο,  με τα πορτρέτα φευγόντων, καμνόντων, νοσούντων, αιχμαλώτων, εν τη καμίνω παίδων κτλπ,  «Το Χωριό» του Γιάννη  Κωσταρή, που μας τα βρόντηξε «μιαν ωραία πρωΐα» και πήγε κι άνοιξε σε μια γωνίτσα της γης το μαγαζί των ονείρων του: «μπακάλικο» στη Χίο!!!

 
 
 
 
 
 
 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου