Η «Παρδαλίτσα»
Ξέροντας από χέρι τι έχουν να τραβήξουν αυτές τις μέρες, εκείνη και η φυλή της, εκεί έξω από τον επερχόμενο χιονιά, μού έριξε σήμερα, από την άλλη μεριά στο τζάμι, ένα σχεδόν παρακλητικό και ομιλητικό βλέμμα («να ’μουνα κι εγώ κει μέσα στη ζεστούλα», «ε, ρε και να ’χα ένα μέρος να ζαρώσω», «ήθελα να ’χω κι εγώ σπίτι») μέχρι που με ανθρώπινη φωνή άρχισε ν’ απαγγέλει τραγουδιστά κι όχι χωρίς κάποια δόση ειρωνείας το παρακάτω:
Κει που η όμικρον εμμένει
κι η «αγέλη» περιμένει
—άρρωστη ή μολυσμένη
τρελαμένη ή μπολιασμένη—
Να σου κι έρχεται ή «Ελπίς»
κρύα και χιονοστεφής.
Φόρεσα το παλτό μου κι βγήκα έξω, φεύγοντας για τη δουλειά, μιμούμενος αφελώς συμπαράσταση στις έξωθεν γάτες...
Πρίν περίπου 20 χρόνια (λέω το νούμερο και τρομάζω!!!) κάθε Σάββατο πήγαινα τα παιδιά μου στο σπίτι των γονιών μου στο Πλαγιάρι για να κάνουν μάθημα πιάνο στην Κάτια Δείνα που καλή της ώρα διδάσκει σήμερα Καθηγήτρια πια στο Dallas, Texas. Μια άλλη γειτόνισα αγόρασε ένα γατάκι για την κόρη της που σύντομα το παράτησε στην τύχη του! Κι αυτό βλέποντας τα παιδάκια, τα δικά μου, να πηγαίνουν και νάρχονται στη δασκάλα λαχταρούσε παρέα και τ ακολουθούσε εκεί, τα περίμενε και γυρνούσε πίσω μέχρι την πόρτα μας όταν τέλειωναν το μάθημα. Κάθε Σάββατο. Τον βγάλαμε Αλέκο! Δε ξέρω γιατί! Πάντως Αλέκο τον φωνάζαμε. Κι αυτός ερχόταν μπρός στο παράθυρο και καθόταν κι έβγαζε εκείνο το σιγανό νιαούρισμα ζητώντας λίγο φαί και λίγη στοργή. Κάθε Σάββατο το ίδιο βιολί λοιπόν πριν και μετά το πιάνο! Ένα Σάββατο πήγα χωρίς τα παιδιά στο Πλαγιάρι γιατί ήταν κρυολογημένα. Και να λοιπόν ο Αλέκος έξω απο το παράθυρο με το σιγανό νιαούρισμα και μου λέει: πούναι ρέ τα παιδιά; γιατί δεν τάφερες σήμερα; Η μάνα μου εκ Πελοποννήσου ωρμόμενη που δεν αγαπούσε τις γάτες «έλιωσε»! Λίγο το μιαάου λίγο που της έλειψαν τα εγγόνια κείνο το Σάββατο άνοιξε το παράθυρο και βάλαμε τον Αλέκο μέσα. Ο κοκκινόασπρος κοντότριχος Αλέκος άρχισε να μπαινοβγαίνει στο πατρικό μου καθημερινά. Να ταρατσώνει και να κάνει χαρές με τον πατέρα μου που τον λάτρευε. Τις κρύες νύχτες του χειμώνα είχε γιατάκι στην κουζίνα...έβγαινε για να κυνηγάει τις γατούλες και να σφαλιαρίζεται με τους γάτους της γειτονιάς. Έμεινε με τους γονείς μου μετά το φευγιό μας στη Σκωτία το 2011 να τους κρατάει παρέα. Αφού χάσαμε τον πατέρα μου δυό χρόνια μετά πήγαμε με τη Φιόνα την κόρη μου να δούμε τη μάνα μου που ήταν σε κακό χάλι. Ο Αλέκος παρά το ότι εκείνη τον τάιζε και τον κράταγε μέσα στα κρύα ερχόταν όλο και λιγότερο. Όταν είδε τη Φιόνα δεν εννοούσε να φύγει από το σπίτι. Μια βδομάδα μείναμε κι αυτός κάθε μέρα εκεί. Χάδια και ντεβερλιούγκες με τη Φιόνα. Το πρωί που φεύγαμε για το αεροδρόμιο ήρθε και μας έκανε αγκαλιά. Τον ταίσαμε. Φύγαμε. Έφυγε κι αυτός και δεν ξαναγύρισε. Χάθηκε. Και όσο κι άν έψαξε η αδερφή μου στο Πλαγιάρι κανείς δεν ξανάδε ποτέ τον Αλέκο μας...
ΑπάντησηΔιαγραφήΤι ΣΥΓΚΙΝΗΤΙΚΗ ιστορία!!! Αγκαλιά θερμή και τη φιλία μου τα φιλιά μου από την Ελλάδα. Μνήμη των πεθαμένων μας ανθρώπων και γάτων...
ΔιαγραφήΥΓ.
(1) Μην τρομάζεις καθόλου με τα νούμερα. Θυμάμαι ιστορίες 40 χρόνια πίσω και λέω ΧΘΕΣ. (Μεγαλώσαμε.Αρκετά...)
(2) Και... Φώντα, πρέπει να γράψεις!! "Ένας διωγμένος Έλληνας αριστοκράτης Αλεξανδρινός γράφει".