Κυριακή 30 Απριλίου 2023

«Χαρτάδες»!

 


 

Η σημερινή ανάρτηση αφιερώνεται στον αγαπημένο φίλο  Νικο Δήμου που εγκατέλειψε το στασίδι του στο Βήμα και τη blog-όσφαιρα ύστερα από ευδόκιμη και πρωτοπόρα επιτυχή και πολυετή παρουσία. 

 

Ο Κλέων Β. Παράσχος (1894-1964), υπήρξε μια ευγενής και ξεχωριστή μορφή των γραμμάτων μας που ωστόσο δεν εκτιμήθηκε όσο θα έπρεπε. Κρατά στην καρδιά μου ξεχωριστή θέση γιατί είναι ο πρώτος (και μόνος!) που επιχείρησε, νωρίς σχετικά (το 1936), να μας δώσει την πνευματική-εσωτερική βιογραφία του Ίωνος Δραγούμη (ψυχολογική και ιδεολογική θεώρηση), εκείνος που έκανε την αξιοπρεπέστερη ανθολόγησή του και στάθηκε επίσης ο συστηματικότερος κριτικός δοκιμιογράφος σχετικά με το έργο του. Ήταν ένας εστέτ, ωραίος διανοητής, πολύ καλός ποιητής, σπουδαίος μεταφραστής από τα γαλλικά και επίσης ασχολήθηκε εξαντλητικά και με το έργο του Εμμανουήλ Ροΐδη. Μποέμ στα νιάτα του, με κάποιο πάθος στη χαρτοπαιξία, που το έζησε δυνατά, με αγάπη ξεχωριστή στο γυναικείο φύλο, δεν ήταν πλούσιος και είχε μια πολύ στενεμένη  και μοναχική προσωπική ζωή. Θεωρώ πως αν του είχε δοθεί η ευκαιρία να δει, στον καιρό του, τουτέστιν εγκαίρως-  το ημερολόγιο του Δραγούμη, η μοίρα του χειρογράφου και η θέση του Δραγούμη θα ήταν αλλιώτικη σήμερα. Έγραψε κι ο ίδιος «Ημερολόγιο»(τη Βιογραφία) που θαρρώ για πρώτη φορά μας θύμισε, σχετικά πρόσφατα, ο Νικήτας Σινιόσογλου.

 

 

[…] Κατὰ τὰ 1935 ἀρχίζω νὰ βολεύω κάπως καλύτερα τὰ βιβλία μου καὶ τὰ χαρτιά μου. Μὲ χρήματα ποὺ οἰκονομῶ ἀπὸ δῶ κι ἀπὸ κεῖ, δένω βιβλία, δένω περιοδικά, καὶ ὅταν ἔρχομαι στὴν τωρινή κατοικία μου, ἀγοράζω καὶ φτιάχνω ἄλλες τέσσερις ἐταζέρες, συγκεντρώνω ὅλα τὰ βιβλία μου καὶ τὰ χαρτιά, εἶμαι, ἐπιτέλους, ὁ λογοτέχνης ποὺ ἔχει γύρω του καὶ στὴ διάθεσή του τά σύνεργά του.

          Ἔχει βέβαια καὶ τὰ καλά του τὸ «βόλεμα» αὐτό, ἀλοίμονο ὅμως, καὶ πόσο μὲ βαραίνει! Τώρα, ἡ «τάξη» αὐτή μὲ κάνει δυσκίνητο. Πῶς νὰ μετακομίσω μὲ τόσα βιβλία! (Δυὸ φορὲς ποὺ σκέφτηκα νὰ μετοικήσω, κυρίως ἄν ὄχι μόνο ἡ μεταφορά τῶν βιβλίων μου μὲ σταμάτησε). Καὶ πόσα πακέτα μὲ χαρτιά (ὀχτώ ὀγκώδη πακέτα εἶναι μόνο τὰ χειρόγραφα καὶ τὰ ἄλλα δοκουμέντα τοῦ «Δραγούμη» μου καί διπλάσιοι καὶ περισσότεροι οἱ φάκελλοι τοῦ «Ροΐδη!») Εἶμαι σκλάβος τῶν βιβλίων μου καί τῶν χαρτιῶν μου, ποὺ ὁ Θεός ξέρει τὶ πρὸβλημα θὰ μοῦ δημιουργήσουν ἄν κάποτε ἀποφασίσω νὰ λείψω ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα (νὰ πάω στὴ Γαλλία) γιὰ καιρό. Πέρυσι, ποὺ συλλογιόμουν αὐτή τὴν ἀναχώρηση ἐπίμονα, τό «βόλεμα» τῶν βιβλίων μου καὶ τῶν χαρτιῶν μου τριγύριζε στὸ μυαλό μου βασανιστικά καὶ δὲν εὕρισκα λύση.Ἔλεγα: «Θὰ χαρίσω βιβλία, θὰ πουλήσω ἄλλα, ἄλλα θὰ τὰ δώσω νὰ τὰ φυλάξουν φίλοι καὶ συγγενεῖς. Καὶ θὰ πάρω μαζί μου, εἴκοσι-τριάντα, τὰ πιὸ χρήσιμα, τὰ πιὸ ἀγαπημένα. Καὶ τὰ χαρτιὰ μου, ὅσα δὲ μοῦ χρειάζονται, θὰ τὰ βάλω σ’ ἕνα κασόνι κ’ ἐκεῖνα καὶ θὰ τ’ ἀφήσω σὲ κανένα φίλο ἤ συγγενῆ». 

          Τί ἱστορία! Καὶ πόσο καλύτερα ἤτανε ἄλλοτε ποὺ εἶχα λίγα βιβλία, λίγα χαρτιά! Θυμοῦμαι τὸν Παλαμᾶ, πνιγμένον κυριολεκτικά ἀπὸ τὰ βιβλία στὸ γραφειάκι του τῆς ὁδοῦ Ἀσκληπιοῦ). Τὰ βιβλία μου εἶναι ὅλα γεμάτα μολυβιές, τὰ χαρτιά μου μοῦ χρειάζονται῾ Ὅλα! Χαρτάδες! Χαρτάδες! Ὦ! ἄν ἤτανε δυνατὸν νάχα δυὸ-τρία ρουχαλάκια μονάχα καὶ δυὸ-τρὶα βιβλία (ἴσως καὶ κανένα, Θεέ μου, καὶ κανένα, καὶ κανένα χαρτὶ)! Καὶ νὰ χωροῦν ὅλα σὲ μια βαλιτζούλα! Καὶ νὰ νιώθω ὅτι μπορῶ κάθε στιγμὴ νὰ ξεκινήσω, μόλις τὸ θελήσω, λαφρὴς λαφρής, ὅπως τότε ποὺ δὲν ἤμουνα «βολεμένος!».

λο καὶ περισσότερο ὡριμάζει μέσα μου ἡ σκέψη νὰ πουλήσω τὰ βιβλία μου (ἄν δὲν ἔβλεπα διαρκῶς σκονισμένες τὶς ἐταζέρες μου δὲ θὰ μοῦ ἔρχονταν ἴσως τόσο ἐπίμονα ἡ σκέψη αὐτή). Ἀλλά εἶναι μεγάλος μπελάς. Γιατὶ πολύ φοβοῦμαι ὅτι καί στὸ πιὸ αὐστηρό ξεδιάλεγμα πάρα πολλά θὰ μοῦ φανοῦν «ἀπαραίτητα» καὶ ἔπειτα γιατὶ καὶ στὰ ὄχι ἀπαραίτητα ὑπάρχουν σημειώσεις καὶ μέρη ὑπογραμισμένα ποὺ πρέπει κάπως νὰ βολευτοῦν. (Οἱ κυριώτερες σημειώσεις ν’ ἀντιγραφοῦν σ’ ἕνα τετράδιο καὶ  γιὰ τὰ ὑπογραμμισμὲνα μέρη νὰ σημειωθοῦν πολύ σύντομες παραπομπές). Καὶ τὰ «χαρτιὰ» μου (χειρόγραφα δημοσιευμένα καὶ ἀδημοσίευτα, ἄρθρα μου τυπωμένα καὶ μελέτες, διάφορες σημειώσεις γιὰ ἔργα ποὺ σχεδιάζω) θὰ μὲ δυσκολὲψουν πολύ. Κ’ ἐδῶ θάπρεπε νὰ κάμω ἕνα γενικό ξεκαθάρισμα καὶ νὰ κρατήσω τά κυριότερα, ποὺ νομίζω ὅτι σίγουρα κάποτε θὰ μοῦ χρειαστοῦν. Ὅσο γιὰ τ’ ἄλλα μου «ὑπάρχοντα», δόξα τῶ Θεῶ, δὲν ἔχω οὔτε βιτρίνες μὲ κινέζικα βάζα οὔτε γκαρνταρόμπες. Τὸ ντιβάνι, οἱ ἐταζέρες, ἡ σιφονιέρα, τὸ παραβάν, πέντε ἕξη κάδρα, κάτι ἄλλα ψιλοπράματα ποὺ θάθελα νὰ τὰ τυπώσω; Εἶναι κι αὐτά ἕνα μικρό ζήτημα. Θὰ τὰ μαζέψω καὶ θὰ τὰ δώσω ὅσα ὅσα ἤ κ’ ἐντελῶς χάρισμα σ’ ἕνα ἐκδότη. Ἄ! Τί ἀλάφρωμα ποὺ θὰ νιώσω ὅταν τὰ κάμω ὅλ’ αὐτά, βολέψω τὰ «ἀπαραίτητα» βιβλία μου καὶ χαρτιὰ μου σὲ φιλικά σπίτια, καὶ μὲ μιὰ βαλιτζούλα, ὅπου θάχω μαζέψει ὅλο τὸ «ἔχει» μου, θὰ εἶμαι ἕτοιμος γιὰ ἀναχώρηση! Καὶ ἡ στιγμή ποὺ τὸ πλοῖο θὰ σαλπάρει ἤ ποὺ τὸ τραίνο θὰ ξεκινᾶ! Μοῦ φαίνεται ὅτι θὰ ξεφωνὴσω ἀπὸ τὴ χαρὰ μου!

 


ΣΗΜ. Η φωτογραφική …ανταπόκριση, με τις ασφυκτιώσες «εταζέρες» των βιβλίων, αφορά το αδιαχώρητο του σπιτιού μου. Ίσως να φταίει (και) ο Δραγούμης σ’ αυτό (αλλά κατά βάσιν  mea culpa…)

 

 

Πέμπτη 27 Απριλίου 2023

Σύξυλος!


 


Την άκουγα να είναι καλύτερα αυτή τη φορά, τόσο που πέρασε χρόνος ώστε να συνειδητοποιήσω πως ήταν  η ίδια και δε με ξεγελούσαν τ’ αυτιά μου. Μου ζήτησε καινούργιο ραντεβού. Προτού κλείσουμε τη σύντομη συνομιλία μας, ευγενικά και σχεδόν ικετευτικά μου είπε «Να ξέρατε γιατρέ πόσο ευτυχής αισθάνομαι που σας γνώρισα! Θα μου επιτρέψετε να φέρω το βιβλίο να μου το υπογράψετε όταν θα έρθω;»

«Μετά χαράς…» είπα εγώ και έβαλα με το νου μου τι άραγε να κατάφερε να βρει και αγόρασε από τη φτωχή εν Ελλάδι βιβλιογραφική μου παρουσία. Με έτρωγε η περιέργεια…

Ήρθε λοιπόν, κι όταν αποσώναμε «ορίστε το βιβλίο!» μου κάνει και, τραβώντας τον μέσα από μια μεγάλη νάιλον τσάντα, αποθέτει πάνω στο γραφείο, εμπρός στα κατάπληκτα μου μάτια, έναν τερατώδους πάχους τόμο του  μυθιστορήματος «Ραγισμένο είδωλο»  της …Χρυσηίδας Δημουλίδου!!!

Κατάπια όλα τα βατράχια όλων των λιμνών της οικουμένης, των ελών και των βούρκων της. Δεν ρώτησα τι και πως (αυτή θα ήξερε!). Έγραψα ένα Με εκτίμηση στην … και τα αρχικά Χ.Δ. προσθέτοντας και την ημερομηνία (που θα μου μείνει αξέχαστη).

«Τι είναι αυτά τα αρχικά που βάλατε;»

«Τα αρχικά ενός ψευδωνύμου μου, που απόκτησα σήμερα, είναι λιγάκι δυσανάγνωστο, αλλά έτσι γράφουν οι πιο πολλοί γιατροί, είναι γνωστό τοις πάσι…» είπα χαμογελώντας.

(Σαν έφυγε ευχήθηκα «και σ’ ανώτερα!» στον καταρρακωμένο μου εαυτό...)