Πέμπτη 11 Ιουνίου 2020

Χαιρετώ εντελώς…*




Μνήμη Δημήτρη Π. Μεντεσίδη (1964-2019)



Ο Δημήτρης με το ποδήλατό του 
(Φωτογραφία από δημοσίευση  της Οικολογικής Κίνησης Κοζάνης).



[…] Η επανεμφάνισή μου για σχολιασμό, ενώ υποσχέθηκα πως δε θα επανέλθω,
 θυμίζει το comeback του μουσικού που αφού αποχωρήσει επιστρέφει 
για την τελευταία λέξη του.
-Ελπίζω να διαβάσετε όλον τον Κούντερα· είναι μάθημα ζωής.
-Να παρακολουθείτε τον ιστότοπο του Γιάννη Η. Χάρη επιμελώς.

Χαιρετώ εντελώς...


Δ.Π. Μεντεσίδης, Ιούλιος 2014
[απόσπασμα σχολίου του στο blog Βιβλιοκαφέ]





       Ο Δημήτρης Μεντεσίδης, που τόσο απρόσμενα έφυγε –πριν ένα χρόνο ακριβώς– από κοντά μας, ήταν φίλος από τα χρόνια του στρατού ακόμα (1988). Είχαμε συγγένεια πνευματική που «εκδηλώθηκε» από την πρώτη στιγμή της συνάντησής μας. Η εγγύτητα των ψυχών μας «στιγματίστηκε» από την αγάπη μας για το βιβλίο και των κόσμο των ιδεών και κατά συνέπεια από τη στάση μας απέναντι στο νόημα της ζωής. Το άχθος της επαγγελματικής καθημέραν στον Δημήτρη (ήταν φαρμακοποιός)  ποτέ δεν κατάφερε να σκιάσει τις αγάπες του για τα βιβλία, τη μουσική (all is Jazz!), τις ─συχνά ασυλλόγιστες άχρις παροξυσμού!─ μανίες του (το Hi-Fi, τον φιλοτελισμό την ποδηλασία). Λίγα χρόνια προτού πεθάνει πάσχζε να μάθει Εβραϊκά ενώ προσπαθούσε επίσης να παίξει τσέλο, το πλησιέστερο στην ανθρώπινη φωνή μουσικό όργανο. Νομίζω πως αν ο Δημήτρης ζούσε ως τα βαθιά του γεράματα του θα είχε αφήσει το τσέλο του να μιλά για λογαριασμό του. Η μουσική θα ήταν η γλώσσα του…

Παιδί του Διαφωτισμού, της μεγάλης αυτής κληρονομιάς του κόσμου, αλλά και του καταλυτικού πνεύματος του ρομαντισμού στην Τέχνη, ο άνθρωπος αυτός είχε μια εσωτερική ζωή τέτοιου είδους και έντασης που στάθηκε ικανή να διασώσει αυτόν, και κάνα δυο ακόμα που μπορώ να φέρω στο νου μου ανθρώπους, από την  συχνά εξολοθρευτική δίνη της «επαρχίας» που ροκανίζει και ύπουλα αφανίζει τους αληθινά επιφανείς της. Ο αδιατάραχτος πεσιμισμός του δεν ήταν παρά προϊόν μιας βαθιάς επίγνωσης και όχι κάτι καθοδηγημένο από συναισθήματα και ζητήματα επιφανειακά ή φευγαλέα. Ο Σιοράν, ο Σοπενχάουερ, ο Νίτσε τον σημάδεψαν…

Δεν τύπωσε όσο ζούσε κανένα βιβλίο ούτε και δημοσίευσε συστηματικά κείμενά του, έξω από κάποιες σποράδην δημοσιεύεις σε ειδικά περιοδικά και συνέδρια σχετικά, με την άλλη λατρεία του, τον φιλοτελισμό. Ωστόσο, διατήρησε για κάμποσο καιρό ένα σπουδαίο, από πλευράς αισθητικής και περιεχομένου, blog για την  jazz μουσική (και όχι μόνον) ΕΔΩ όπου μέτρησα… 35 αναρτήσεις για τον Μίλαν Κούντερα (!).  Κι ένα ακόμα που κράτησε λιγο καιρό ανοιχτό ΕΔΩ Δεν ξέρω ποιός θα είχε το χρόνο, την τόλμη και την υπομονή να αλιεύσει από συγκεκριμένους ιστοτόπους και το facebook μερικά από τα ωραία, μικρά, μαχητικά, στοχαστικά, κείμενα-παρεμβάσεις του Δημήτρη κάνοντας μια μικρή ανθολόγηση των απόψεων ενός απόλυτου αισθητή (με την Καβαφική και αρχαιοελληνική σημασία του όρου…).  Θα πρόσφερε ίσως αυτό μια εκ των υστέρων ανακάλυψη  του προσώπου του ανθρώπου αυτού ακόμα και σε μας που ─υποτίθεται πως─ «τον γνωρίσαμε»… 

Ο Δημήτρης διάβηκε  από αυτή  τη ζωή συνεισφέροντας σ’ ένα αλλιώτικο κόσμο, άδηλο και αφανή, αυτόν του εσωτερικού ανθρώπου. Γεμάτο μουσική, διαβάσματα, ιδέες, ευγένεια και καλοσύνη. Με πολύ λίγο θόρυβο…


Γράφτηκε στη Θεσσαλονίκη, Κυριακή 16.6.2019
(Ξανακοιτάχτηκε για τις ανάγκες δημοσίευσης στον χαρτοκόπτη)



ΥΓ. Η Έλενα, η σύζυγός του, μου έφερε τις προάλλες στο ιατρείο μερικά από τα βιβλία του Δημήτρη (ο κυριότερος όγκος της βιβλιοθήκης του Δ.Μ. δωρήθηκε στη Κοβεντάρειο Δημοτική Βιβλιοθήκη της Κοζάνης). Ανοίγοντας ένα από αυτά στη σελίδα 47 (ήταν το βιβλίο του Κλαούντιο Μαγκρίς Μικρόκοσμοι που κυκλοφόρησε στην Ελλάδα το 2005), βρήκα αντιγραμμένο (με ελάχιστη παραφραστικότητα ως προς το ακριβές κείμενο) με το χέρι του Δημήτρη Μεντεσίδη, ως οδηγία «εις σεαυτόν» το παρακάτω: 

____________________________________________________________________________________


«Η ζωή και ο θάνατος δεν σου επιτρέπουν να κάνεις προγράμματα ούτε να τηρείς προθεσμίες».

___________________________________________________________


 


ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΝΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΥ

Θυμούμαι έναν ζωηρούτσικο «διαδικτυακό»  διάλογο που είχε προκύψει στο blog «Βιβλιοκαφέ», σχετικά με  το ολιγοσέλιδο –και τελευταίο μάλλον– έργο του  Μίλαν Κούντερα «Η γιορτή της ασημαντότητας» που είχε εκδοθεί και κυκλοφορήσει το 2014 από τις εκδόσεις «Βιβλιοπωλείο της Εστίας». Το βιβλίο αυτό είχε κυκλοφορήσει στα ελληνικά προτού ακόμα τυπωθεί από τον οίκο Gallimard στη Γαλλία─ δεύτερη πατρίδα του Τσέχου εμιγκρέ Μ. Κούντερα. Στο διάλογο μετέχει και ο γράφων,  ενώ παρεμβαίνει ο Δημήτρης Μεντεσίδης ξιφουλκώντας μετά λόγου γνώσεως υπερασπίζοντας με πάθος τον  «πνευματικό του πατέρα» –ή σκέτο «πατέρα» όπως συχνά του άρεσε να αποκαλεί– τον Μίλαν Κούντερα. Ακολουθεί ο κυριότερος μεταφραστής του Κούντερα στην Ελλάδα Γιάννης Η. Χάρης. Ενδιαμέσως παρεμβάλλεται, ένας από τους πολλούς «ψευδώνυμους» ─ «ανώνυμους» πικρούς καρπούς του διαδικτύου, ονόματι «Ρόζα»...
Τον διάλογο όποιος ενδιαφέρεται μπορεί να τον παρακολουθήσει ΕΔΩ

Παραθέτω από εκεί ενδεικτικά ένα μονἀχα σχὀλιο του Δ.Μ.:

Τις ετερόκλητες ιστορίες με κοινό άξονα μια παρέα παριζιάνων, όπως λέτε αγαπητέ πατριάρχη Φ. ο μόνος σύνδεσμος που τις συγκρατεί και που τις κάνει μυθιστόρημα είναι η θεματική ενότητα της ασημαντότητας. Κάτι σαν τη «μπετοβενική στρατηγική των παραλλαγών», χάρη στην οποία ο Κούντερα μπόρεσε να μείνει σε αδιάλειπτη επαφή με κάποια υπαρξιακά ζητήματα που τον ενδιέφεραν και τον συνάρπαζαν και τα οποία διερευνώνται προοδευτικά, όπως γράφει στις «Προδομένες Διαθήκες» του.

Έπειτα το ότι ο Κούντερα υποστηρίζει μια έντονη παρουσία του σκέπτεσθαι σε ένα μυθιστόρημα δε σημαίνει πως του αρέσει το λεγόμενο  «φιλοσοφικό» μυθιστόρημα, η υποδούλωση δηλαδή του μυθιστορήματος σε μια φιλοσοφία. Η αμφισβήτηση του περίφημου αποφθέγματος του Μπαλζάκ πως «το μυθιστόρημα πρέπει να συναγωνίζεται την etat civil» (το ληξιαρχείο), δεν έχει καμία σχέση με τους λεονταρισμούς των καλλιτεχνών της αβαν-γκαρντ, που αρέσκονται στο να επιδεικνύουν τη νεωτερικότητά τους ώστε να γίνεται κατανοητή από τους ανόητους», γράφει πάλι στις «Π.Δ.»

Η γραφή του Μίλαν Κ. ακολουθεί τους μεγάλους μυθιστοριογράφους, Κάφκα, Μούζιλ, Μπροχ, Γκομπρόβιτς, Φουέντες κ.ά που έδειξαν εξαιρετική ευαισθησία απέναντι στη σχεδόν λησμονημένη αισθητική του μυθιστορήματος πριν τον 19ο αιώνα, ενσωματώνοντας τη δοκιμιακή σκέψη στην τέχνη του μυθιστορήματος, έκαναν πιο ελεύθερη τη σύνθεση και «εμφύσησαν στο μυθιστόρημα το πνεύμα του μη σοβαρού και του παιχνιδιού».

Για να μη αναφερθώ στις προκαταλήψεις της ανάγνωσής του. Έχω την εντύπωση-για κάποια σχόλια, ίσως και για το συντάκτη του κειμένου- πως η ανάγνωση του βιβλίου αυτού υπήρξε «ανήθικη». Η αναστολή της ηθικής αποτίμησης δεν είναι η ανηθικότητά του, είναι η ηθική του, η ηθική αυτή που στέκεται απέναντι στην ανεκκρίζωτη τακτική του ανθρώπου να αποτιμά αμέσως και διαρκώς τους πάντες, να αποτιμά πριν καταλάβει. Η ενδελεχής μελέτη όλου του έργου του Κούντερα, με πολλαπλές αναγνώσεις του ίδιου βιβλίου, σε όλες του τις μεταφράσεις και από όλες τις εκδόσεις μου δίνει σχεδόν τη βεβαιότητα να έχω το δικαίωμα στην απόλαυση του έργου της γραφής του. Μόνο ο Νώντας Τ. τοποθετήθηκε κατά τη γνώμη μου απολύτως «ηθικά» απέναντι στο βιβλίο. Κανείς άλλος. Ούτε καν ο συντάκτης του κειμένου Πατριάρχης Φ. Θέλω να πιστεύω πως οι σχολιαστές έχουν διαβάσει και αντιληφθεί όλο το έργο του Μίλαν. Διαφορετικά τα σχόλια χαρακτηρίζονται ανήθικα. Κι αυτό διότι το έργο του Μ. διαθέτει μια αυστηρή συνέχεια σε σχέση με το χρόνο. Ωριμότητα και ηλικία που γίνεται αμέσως αντιληπτή, αλλά όχι από τους παραπάνω.



*Σε μια πρώτη μορφή το κείμενο δημοσιεύτηκε, με τον ίδιο τίτλο, στην Εφημερίδα Χρονικά Δυτικής Μακεδονίας (στο φύλλο της 20/12/2019/σελ. 15-17).



5 σχόλια:

  1. Είναι, ξέρεις, φορές που θαρρείς ότι οι χρονικές αποστάσεις έχουν δώσει τον δικό τους προφυλακτήρα και μπορείς να επιχειρήσεις μια δοκιμαστική σύγκρουση με τις αναμνήσεις από έναν κοντινό φίλο που πήρε τις δικές του αποστάσεις από έναν κόσμο που δεν άντεχε άλλο. Γιατί είμαι σίγουρος ότι ο Δημητράκης αποφάσισε αυτήν την αυτεξαίρεση από έναν κόσμο που δεν είχε το ύψος να τον καταλάβει κι έναν περίγυρο που δεν μπορούσε να τον αντέξει. Τα είχαμε πει πολλές φορές και ίσως, εκεί στους πρόποδες του Βερμίου, με ασφαλείς αποστάσεις από άμαχο πληθυσμό με άφηνε να τον παρασύρω στον δικό μου λεκτικό όλεθρο ίσα για να φύγει από την ήπια προσωπικότητά του και ν' αφήσει τον μέσα του επαναστάτη να κάψει τους τακτοποιημένους στην μετριότητα τους και το από πάντα ήρεμο βλέμμα του να δώσει σπίθες που ίσως άλλος κανείς δεν είδε ή ο ίδιος δεν θα ήθελε να δει. Ύστερα σαν κατακλείδα άρπαζε ένα κούτσουρο και το έριχνε στο τζάκι σαν συμβολική απαλλαγή της έντασης. Μου είχες πει ότι δεν έγραψα τίποτα όταν έφυγε. Δεν μπορούσα κι όπως αποδείχνουν τούτες οι αράδες, ούτε και τώρα είναι αρκετός αυτός ο χρονικός προφυλακτήρας. Ίσως αργότερα.. ίσως...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ήδη έδωσες ένα πλαίσιο για το τί θα μπορούσες να πεις καλέ μου Γιώργο. Μένω στο "ίσως". (Αλλά και οι καιροί ου μενετοί... πλέον για τη "σειρά" μας)

      Διαγραφή
  2. Time does not bring relief,
    you all have lied.
    Who told me would ease me of pain?
    I miss him in the weeping of the rain,
    I want him at the shrinking of the wind...

    Elena

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ὁ χρόνος δέν φέρνει ἀνακούφιση,

      Ὅλoι εἶπατε ψέματα

      Ποιός εἶπε πώς θά εὐκόλυνε τόν πόνο μου

      Τόν ἀποζητῶ στό θρῆνο τῆς βροχῆς

      Τόν θέλω ὄταν πέφτει ὁ ἀέρας.

      [τῆς Edna St.Vincent]

      μετάφραση-απόδοση Ν.Τσίγκας

      Διαγραφή