KOSTAS LOUSTAS (4) *
Φθινόπωρο του 1991. Ο Κώστας Λούστας νοσηλεύεται στη Νευρολογική κλινική όπου έχω ξεκινήσει την ειδικότητα μου. Ο φίλος του από παλιά, δυνατός νευρολόγος και δεινός βιβλιοφάγος, Άρης Τριανταφύλλου, έχει φροντίσει για την εισαγωγή του στο ΑΧΕΠΑ. Εκεί λοιπόν γνωριζόμαστε. Αναπτύσσεται ισόρροπη χημεία μεταξύ δυο φυγάδων της επαρχιακής Μακεδονίας. Εγώ τότε πάλευα με τη σύνταξη της καλοφτιαγμένης εφημερίδας των Βογατσιωτών της Θεσσαλονίκης. Ο Κώστας με συμβουλεύει για τη δομή και το περιεχόμενο της ύλης καί μάλιστα ετοιμάζει κι ένα σχέδιο για το εξώφυλλο με θέμα την 28η Οκτωβρίου.
Αργότερα μας δίνει και το μικρό ποίημά του «Ο ερωτευμένος κορυδαλλός» για δημοσίευση. Σ' ένα σχέδιο-παρτιτούρα ζωγραφίζει τις ερωτικές τρίλιες του μικρού πουλιού.
Κρατάμε επαφή εφεξής πολύ πέραν της σχέσεως ιατρού και ασθενούς. Μιλάμε στο τηλέφωνο και συναντιόμαστε όμως σπάνια. (Η δική μου επαγγελματική ενασχόληση αποτελεί παντοτινό και κρίσιμο εμπόδιο επ’ αυτού…). Τα τηλεφωνήματα μας κλείνουν με την προσφιλή έκφραση του Κώστα: «Αγαπώ!» που ισοδυναμεί με αγκαλιά.
Στα 1995, ο μισθός μου στο ΙΚΑ, όπου εργάζομαι, με ανανεούμενες μηνιαίες συμβάσεις, είναι εκατό χιλιάδες δραχμές το μήνα. Πηγαινοέρχομαι, πέντε μέρες τη βδομάδα, στη Νάουσα στο εκεί πολυϊατρείο, παρέχοντας τις υπηρεσίες μου. Το ίδρυμα όμως με πληρώνει «έναντι» και όταν θυμάται. («Λύσαμε τους λογαριασμούς μας» δυο τρία χρόνια αργότερα στα δικαστήρια). Κάποιο βράδυ στο ατελιέ της Φλέμινγκ, καθώς μιλάμε περί ανέμων, με το βλέμμα «σκανάρω» τον γύρω ζωγραφικό πλούτο και ζαχαρώνω μια από τις γαλανές και φουρτουνιασμένες απεικονίσεις της παραλίας στη Φούρκα, με τις βάρκες να κοιμούνται τον χειμέριο ύπνο τους χωμένες στην άμμο, δίχως κουπιά και με τα πυροφάνια τους όρθια. Με τα λίγα με τα πολλά, καπαρώνω τον πίνακα και την άλλη μέρα του πηγαίνω τα χρήματα. Δεν τα πιάνει στα χέρια του. Δίνει το φάκελο στη Σούλα. Δεν τα μετράει κανείς. Έχω αδειάσει φυσικά όλο το βιβλιάριο της οικογένειας. Πληρώνω, εννοείται, το μισό ίσως και το ένα τρίτο της κανονικής τιμής του πίνακα. Ωστόσο, μπορώ να καυχιέμαι πως κάποτε με χρεοκόπησε ο Κώστας Λούστας και το φιλότεχνο πάθος μου!
*
Αποτέλεσε όμως αυτό ένα κίνητρο για να αποκτήσω σπίτι στο μέλλον με …ανάλογο τοίχο για να φιλοξενήσει ένα έργο τέτοιων διαστάσεων. Ματαιοδοξία-ξεματαιοδοξία, σας ορκίζομαι πως κατά καιρούς σε επισκέψεις στα σπίτια ασθενών μου, όχι πάντοτε ευκατάστατων, είχα συναντήσει συχνά πίνακές του που τους λυπήθηκε η ψυχή μου. Τα έργα κακοφωτισμένα, σχεδόν καταχωνιασμένα σε χολ ή στρυμωγμένα ανάμεσα σε άλλους πίνακες έχαναν τη σημασία τους και την μιλιά τους… Σεμνύνομαι λοιπόν πως διάλεξα και ευτύχησα να αποκτήσω κάποτε σπίτι που θα μπορούσε να φιλοξενήσει, τουλάχιστον, «τον Λούστα» και μαζί την ανοικονόμητη βιβλιοθήκη μου…
*Τα κείμενα που θα δημοσιεύονται με την ένδειξη KOSTAS LOUSTAS αποτελούν ολόκληρη την ομιλία που είχα ετοιμάσει σχετικά με τη «βιογραφία-γενεαλογία της σχέσης μου» με τον ζωγράφο, ποιητή, μουσικό Κώστα Λούστα στο διάστημα μιας εικοσιπενταετίας μέχρι το θάνατό του. Τελικά μέρος μόνον του κειμένου αυτού διαβάστηκε στην ποιητική-μουσική βραδιά που διοργάνωσε το «Ίδρυμα Υδρία» της Θεσσαλονίκης, το βράδυ της 2 Φεβρουαρίου του 2023, στη μνήμη του και στην οποία είχα ορισθεί ως «κεντρικός ομιλητής».
Δεν ξέρω αν σου έχω πει ποτέ τη δική μας ιστορία: σπουδάζει ο μετέπειτα άντρας μου στην Παιδαγωγική της Φλώρινας και τρώνε στην ίδια ταβέρνα με τον Κ.Λούστα, στου αείμνηστου Ρούφα. Ο καθηγητής Τεχνικών Τάκης Μπέσσας έχει ζητήσει μια ζωγραφιά από κάθε σπουδαστή για το μάθημά του. Μέσω του ταβερνιάρη, ο Λούστας υπόσχεται πως θα ζωγραφίσει κάτι, αφού φέρει ο σπουδαστής μια κάρτα. Του δίνει ο Νίκος κάρτα από την Παλαιοκαστρίτσα και ετοιμάζει ο Λούστας τη ζωγραφιά. Μόλις ο καθηγητής που εξέταζε τους σπουδαστές την είδε, χωρίς να πει λέξη την κόβει και την αφαιρεί από το μεγάλο μπλοκ του Νίκου. Βλέπετε, αναγνώρισε τον ζωγράφο της κι εμείς χάσαμε την ευκαιρία να έχουμε έναν πίνακα του Λούστα, έστω και μικρό, στο σπίτι μας...
ΑπάντησηΔιαγραφήΩραίο!!! Ο Λούστας και ως ..."λυσάρι".
ΔιαγραφήΠεριμένουμε τις φιλοσοφικές σου σκέψεις για τα Τέμπη..
ΑπάντησηΔιαγραφήΑ, για την κοιλάδα του θανάτου... Μα τι να πούμε εμείς αγαπητέ Γιώργο; Μιλούν οι νεκροί. Το κράτος εδώ δεν υφίσταται από τη δολοφονία του Καποδίστρια και μετά... "Ένα πλοίον ταξιδεύον με υπέροχον καιρόν"
Διαγραφή